Erano giovani (M. Anaghnostakis)

Οι δρόμοι ήταν σκοτεινοί και λασπωμένοι
το πιάτο στο τραπέζι λιγοστό,
το φιλί στο κατώφλι ήταν κλεφτό
και έρωτες μέσα στις καρδούλες κλειδωμένοι

Ήτανε νέοι ήτανε νέοι, ήταν παιδιά
και έτυχε να ‘ναι και καλή σοδειά

Τα βράδια ξενυχτούσαν στα υπόγεια,
και σβάρνα ολημερίς στις γειτονιές
αχ! τα σοκάκια εκείνα κι οι γωνιές
σφιχτά που φυλάξαν τα τίμια λόγια

Ήτανε νέοι ήτανε νέοι, ήταν παιδιά
και έτυχε να ‘ναι και καλή σοδειά

Δεν ξέρανε πατέρα, μάνα σπίτι, μάνα σπίτι
έναν δε δίναν για το σήμερα παρά
δε ρίχνανε δραχμές στον κουμπαρά
δεν κράταγαν μεζούρα και διαβήτη

Ήτανε νέοι ήτανε νέοι, ήταν παιδιά
και έτυχε να ‘ναι και καλή σοδειά


Erano buie le strade, piene di fango
scarso il piatto in tavola
il bacio sulla soglia era furtivo
e gli amori ben serrati nei cuoricini.

Erano giovani, erano ragazzi
e guarda un po' ne è sortito un buon raccolto.

Per la notte si ritiravano nelle cantine
e tutto il giorno bighellonavano nei quartieri
Ah, quei vicoli stretti e quegli angolini
che fanno buona guardia alle parole oneste.

Erano giovani, erano ragazzi
e guarda un po' ne è sortito un buon raccolto.

Non avevano idea di padre, madre, casa
non destinavano un soldo se non per l'oggi
non una dracma mettevano nel salvadanaio
né compasso né metro avevano, quelli.

Erano giovani, erano ragazzi
e guarda un po' ne è sortito un buon raccolto.

Gian Piero Testa, Gian Piero Testa © 07.02.2012

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info