Du standest am Fenster | ||
Στο παραθύρι στεκόσουν κι οι δυνατές σου οι πλάτες φράζαν ακέρια τη μπασιά τη θάλασσα τις τράτες. Κι ο ίσκιος σου σαν αρχάγγελος πλημμύριζε το σπίτι κι εκεί στ’ αυτί σου σπίθιζε η γαζία τ’ αποσπερίτη. Κι ήταν το παραθύρι μας η θύρα όλου το κόσμου κι έβγαζε στον παράδεισο που τ’ άστρα ανθίζαν φως μου. Κι ως στεκόσουν και κοίταζες το λιόγερμα ν’ ανάβει σαν τιμονιέρης φάνταζες κι η κάμαρα καράβι. Και μες στο χλιό και γαλανό το απόβραδο έγια λέσα μ’ αρμένιζες στη σιγαλιά του γαλαξία μέσα. Και το καράβι βούλιαξε κι έσπασε το τιμόνι και στου πελάγου το βυθό πλανιέμαι τώρα μόνη. | Du standest am Fenster und deine breiten Schultern versperrten den ganzen Zugang das Meer, die Fischerboote. Und dein Schatten, wie von einem Erzengel, erfüllte das Haus und dort an deinem Ohr funkelte die Akazie, der Esperos. Und unser Fenster war das Tor zur ganzen Welt und führte zum Paradies wo die Sterne erblühen zu meinem Licht. Und als du da standest und schautest entzündete sich der Sonnenaufgang du wirktest wie ein Steuermann und das Zimmer wie ein Schiff. Und inmitten des lauen, blauen Abends bist du , los vorwärts, gesegelt in die Flaute im Inneren der Galaxie. Und das Schiff sank und das Steuer zerbrach und in der Tiefe des Meeres schweife ich jetzt allein umher. | |
lipsia © 10.02.2012 |
Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info