In der Taverne

Μες στην ταβέρνα τώρα κάθεσαι και δε μιλάς
μες στην καρδιά σου στάλες στάλες πέφτει ο σεβντάς
θυμάσαι τότε που πετούσες με πλατιά φτερά
τώρα ο καθένας τη ζωή σου την κλωτσοβολά.

Βγάλε πάλι την ψυχή σου στο σεργιάνι μες στις γειτονιές
να γιομίσει η ζωή σου γλυκές φωνές και με πασχαλιές.

Ήσουν ωραίος σαν περνούσες μες στις γειτονιές
στα παραθύρια σιγολιώναν χίλιες δυο καρδιές
μες στην καρδιά σου κουβαλούσες όλες τις καρδιές
στα όνειρά σου τ’ αηδονάκια χτίζανε φωλιές.


Du sitzt nun in der Taverne und du sprichst nicht
in dein Herz dringt tröpfchenweise der Liebeskummer
dann erinnerst du dich, wie du mit weiten Schwingen geflogen bist
nun versetzt jemand deinem Leben einen Tritt.

Lass deine Seele wieder zu einem Spaziergang durch die Stadtviertel heraus,
damit dein Leben erfüllt wird mit süßen Stimmen und mit Flieder.

Du warst schön wie du durch die Stadtviertel gegangen bist
an den Fenstern schmachteten 1002 Herzen langsam dahin
in deinem Herzen trugst du all die Herzen
in deinen Träumen bauten kleine Nachtigallen Nester.

lipsia © 15.10.2012

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info