Mi infinocchiarono, un albore | ||
Με γέλασαν μια χαραυγή της άνοιξης τ’ αηδόνια με γέλασαν και μου `πανε, ο χάρος δε με παίρνει Μη με παίρνεις Χάρε, μη με παίρνεις, γιατί δε με ξαναφέρνεις Άιντε και βγήκα ο μαύρος στα βουνά, ψηλά στα κορφοβούνια βλέπω το Χάρο να `ρχεται, στο άλογο καβάλα Τι να κάνω, τι να κάνω, σαν σκεφτώ πως θα πεθάνω | Mi infinocchiarono, un albore, gli usignoli di primavera mi infinocchiarono e mi dissero, la Morte non mi avrebbe portato via non mi portare via, Morte, non mi portare via, perchè non mi farai ritornare Ahi, me lasso, salii sui monti, in cima alle montagne vedo la Morte avvicinare cavalcando Che posso fare, che posso fare, se penso che morirò | |
Chris_firenze © 15.10.2012 |
Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info