Begegnung | ||
Ήταν η μέρα γιορτινή, που σ’ είχα συναντήσει στους γιαλούς. Ήταν το φως σου κόκκινο και φώτιζε τη δύση στους γκρεμούς. Κι ήσουν ωραία και τραγουδούσες σιγανά, στον άνεμο γλιστρούσες. Κι ήσουν ωραία, χαμογελούσες και φτερά στα ποδιά εφορούσες. Τα βλέφαρα σου τα κλειστά θάλασσες έκρυβαν μέσα και λυγμούς. Στα κύματα τους βούτηξες και βγήκες πριγκιπέσα στους ουρανούς. Κι ήσουν ωραία και μου μιλούσες σιγανά άνεμους τραγουδούσες. Κι ήσουν ωραία, χαμογελούσες και φτερά στα ποδιά εφορούσες. | Es war der Festtag, an dem ich dich am Strand getroffen habe. Es war dein rotes Feuer und es leuchtete bei Sonnenuntergang in die Abgründe. Und du warst schön und du hast leise gesungen, du bist mit dem Wind gegangen. Und du warst schön, du hast gelächelt und du hast Flügel an den Füßen getragen. Deine geschlossenen Augenlider verbargen Meere und Schluchzer. In ihre Wellen bist du getaucht und in den Himmel gestiegen wie eine Prinzessin. Und du warst schön und du hast leise gesprochen, du hast die Winde besungen. Und du warst schön, du hast gelächelt und du hast Flügelan den Füßen getragen. | |
lipsia © 25.03.2013 |
Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info