Thessaloniki

Ήταν εκείνη τη νυχτιά που φύσαγε ο Βαρδάρης
το κύμα η πλώρη εκέρδιζεν οργιά με την οργιά
σ’ έστειλε ο πρώτος τα νερά να πας για να γραδάρεις
μα εσύ θυμάσαι τη Σμαρώ και την Καλαμαριά

Ξέχασες κείνο το σκοπό που λέγανε οι Χιλιάνοι
άγιε Νικόλα φύλαγε κι αγιά θαλασσινή
τυφλό κορίτσι σ’ οδηγάει παιδί του Μοντιλιάνι
που τ’ αγαπούσε ο δόκιμος κι οι δυο Μαρμαρινοί

Απάνω στο γιατάκι σου φίδι νωθρό κοιμάται
και φέρνει βόλτες ψάχνοντας τα ρούχα σου η μαϊμού
εκτός από τη μάνα σου κανείς δε σε θυμάται
σε τούτο το τρομακτικό ταξίδι του χαμού

Κάτω από φώτα κόκκινα κοιμάται η Σαλονίκη
πριν δέκα χρόνια μεθυσμένη μου είπες σ’ αγαπώ
αύριο σαν τότε και χωρίς χρυσάφι στο μανίκι
μάταια θα ψάχνεις το στρατί που πάει για το Ντεπό


It was on that night when the Vardaris was blowing
the prow conquering the wave, fathom after fathom.
The engineer has sent you to check the boiler water,
but you are remembering Smaro and Kalamaria.

You have forgotten that tune that the Chileans used to play.
- Holy Nicolas protect us, and Our Lady of the Sea -
The blind girl is guiding you, a child of Modigliani,
the ansom used to love her, and the two guys from Marmara.

Above your bunk a lazy snake is sleeping
and the monkey is turning in circles searching your clothes.
Excepting your mother nobody remembers you
on this frightful journey of disaster.

Under her red lights Thessaloniki is asleep.
Ten years ago girl, drunk, you told me "I love you"
Tomorrow just like then and with no gold on your sleeve
you will be, in vain, looking for the way to the Depot.

Geeske © 04.07.2005

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info