Izambo

Την Ισαβέλλα ο άνεμος
τη βάφτισε Ιζαμπώ
κι εγώ με τα μετάξια της
τα χέρια μου τρυπώ.

Σαρανταδυό μεταξωτά
φορέματα της ράβω
δίχως βελόνα και κλωστή
και πως να μεταλάβω.
Ζηλεύει ο χάρος το βλαττί
ζηλεύει το μετάξι
που να σε κρύψω αγάπη μου
φοβάμαι μη σ’ αρπάξει.

Την Ισαβέλλα ο άνεμος
τη βάφτισε Ιζαμπώ
κι εγώ απ’ τα βελούδα της
κοντεύω να καώ


Isabellan tuuli
maalasi Izamboksi
ja minä hänen silkkeihinsä
käteni naarmutan.

Neljäkymmentäkaksi silkkistä
pukua hälle neulon
ilman neulaa ja lankaa
ja kuinka nautin ehtoollista.
Kadehtii kuolo pukua
kadehtii silkkiä
mihin sut kätken rakkaani
pelkään sen sut sieppaavan.

Isabellan tuuli
maalasi Izamboksi
ja minä hänen neulastaan
olen vähällä palaa.

ΜάρκοςΤο, Markus Torssonen © 08.05.2013

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info