Te ruego, Gongila

Κέλομαί σε Γογγύλα
πέφανθι λάβοισα μα
γλακτίναν, σέ δηύτε
πόθος τ έαυτος αμφιπόταται.

Τάν κάλαν, ά γαρ κατάγωγις
αύτα επτόαισ’ ίδοισαν
έγω δέ χαίρω
καί γάρ αύτα δή
τόδε μέμφεταί σοι Κυπρογένηα.

τας άραμαι τούτο τω βόλλομαι
Γογγύλα κατθάνην δ’ ίμερός τις έχει με
και λωτίνοις δροσόεντας όχθοις

ίδην Αχερωντος (:στο αρχαίο κείμενο αλλά όχι στο τραγούδι)


Te lo ruego, Gongila,
enséñanos cómo te queda
tu túnica blanca cual leche. De nuevo
en torno a ti revolotea tal anhelo, ¡anhelo tal,

hermosa! Pues esa prenda hechicera
aturde a mujer que la vea.
Yo la saludo.
Pues te lo reprocha
la propia Ciprogenia.

(palabras de tres versos distintos)*
Gongila tengo ganas de morir
y ver las frescas riberas

del Aqueronte, llenas de lotos.

Avellinou © 29.07.2014

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info