The boats of our loves | ||
Όταν ο άνεμος φυσά κι οι άνθρωποι σωπαίνουν κάτι σκιές με προσκαλούν στις έρημες μαρίνες τα πλοία των ερώτων μας μου δείχνουν που πεθαίνουν και τριγυρνούν στην πλώρη τους νεράιδες και σειρήνες Πάνω στον πάγκο ενός καφέ τα βρόχινα τους μάτια για τα ναυάγια με ρωτούν και της ζωής το ψέμα κι εγώ δειλά τους απαντώ κοιτώντας τα κατάρτια η δύση κι η ανατολή έχουν το ίδιο αίμα Έτσι στα καθημερινά αμήχανοι γυρνάμε παιδιά που παίζουν στη βροχή με τρυπημένη μπάλα μα κάποιος γέρος ναυτικός μας είχε πει θυμάμαι πως πάντα μέσα μας θα ζουν τα μπάρκα τα μεγάλα Τρικάταρτο η αγάπη σου και ο καιρός αρμύρα μια Κυριακή σ’αντίκρισα και μού’κλεψες το φως μου ό, τι με πνίγει ν’αγαπώ είν’η δική μου μοίρα καλά ταξίδια, μάτια μου, στις θάλασσες του κόσμου ... | When the wind is blowing and the people get quiet some shadows invite me at some deserted docks the boats of our loves show us where they are dying and on their prows are wandering fairies and mermaids On a bench of a café their rainy eyes are asking me about the shipwrecks and about life’s lies and I cowardly reply to them as I look at the masts that the sunset and the sunrise are made up from the same blood So in our everyday routine we awkwardly go around kids that are playing in the rain with a ball that has holes yet an old sailor man I remember that he once told us that within us will always live the big departures. Your love is a three-masted vessel and the times are salty I saw you at a Sunday and your stole my light to love whatever suffocates me is my destiny have a nice trip my “eyes” at the oceans of the world… | |
Kostas Houston, Κωνσταντίνος Φ. Βελιάδης © 31.07.2014 |
Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info