In Salamína

Στης Σαλαμίνας τα νερά
καράβι ταξιδεύει
κι ένα κορίτσι στη στεριά
τη μάνα του γυρεύει

Ρίχνει σταυρό στη θάλασσα
πετροβολάει το χώμα
δώδεκα χρόνια πέρασαν
και τη θυμάται ακόμα

Μάνα που πάλευες μες στα λιμάνια
δίχως χαμόγελα και περηφάνια
μάνα που λύγισες μες στα μουράγια
μάνα μου μάνα μου κυνηγημένη
από τη κούνια σου στη Μενεμένη

Στης Σαλαμίνας τα νερά
κοιμάται το φεγγάρι
κι ένα κορίτσι στη στεριά
για τ’ όνειρο σαλπάρει

Βλέπει της Σμύρνης τη φωτιά
του Κορδελιού τη στάχτη
κι ένα λουλούδι που άνθιζε
στου κήπου τους τον φράχτη

Μάνα που πάλευες μες στα λιμάνια
δίχως χαμόγελα και περηφάνια
μάνα που λύγισες μες στα μουράγια
μάνα μου μάνα μου κυνηγημένη
από τη κούνια σου στη Μενεμένη


In den Gewässern von Salamína
fährt ein Schiff
und ein Mädchen an Land
sucht seine Mutter

Sie bekreuzigt sich zum Meer hin
wirft Steine auf die Erde
zwölf Jahre sind vergangen
und sie denkt noch an sie

Eine Mutter, mit der du in den Häfen gekämpft hast
ohne Lächeln und Stolz
eine Mutter, die dich auf den Hafendämmen runtergedrückt hat
meine Mutter, meine Mutter vertrieben
von deiner Wiege in Meneméni

In den Gewässern von Salamína
schläft der Mond
und ein Mädchen an Land
holt den Anker ein für seinen Traum

Sie sieht den Brand von Smyrna
die Asche von Kordelió
und eine Blume, die blühte
an ihrem Gartenzaun

Eine Mutter, mit der du in den Häfen gekämpft hast
ohne Lächeln und Stolz
eine Mutter, die dich auf den Hafendämmen runtergedrückt hat
meine Mutter, meine Mutter vertrieben
von deiner Wiege in Meneméni

lipsia © 06.08.2014

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info