Jóvenes provincianas | ||
Τις νέες συλλογίζομαι στις απομακρυσμένες Τις επαρχίες τα χλωμά και κρύα δειλινά Όταν πίσω απ’ το τζάμι τους κοιτάν στηλά στο δρόμο Κι αναστενάζουνε γιατί κανένας δεν περνά Πότε θα’ρθεί πότε θα’ρθεί τα γαλανά Βασίλεια της χίμαιρας μ’ ερωτικά ανοιγμένη Την αγκαλιά κι ένα γλυκό χαμόγελο στα χείλη Αχ και γιατί τόσο πολύ ν’ αργεί; Τι περιμένει; Όπου ανταλλάσσουν καρτ ποστάλ – «Ιδίως τοπία κι άνθη» Και διατηρούν ρομαντική, κρυφά, αλληλογραφία Με κάποιον νέον που μ’άπειρα χαρίσματα τον πλάθουν Κι εκείνος είναι ένας γραφεύς σε κάποια Δημαρχία | Pienso sobre las jóvenes en esas provincias apartadas que, durante los pálidos crepúsculos, contemplan fijamente la calle detrás de los cristales y suspiran porque no pasa nadie. ¿Cuándo, cuándo llegarán los reinos celestes de la quimera con sus brazos abiertos amorosamente y su dulce sonrisa? ¡Ay! ¿por qué se retrasan tanto? ¿a qué esperan? Allí intercambian tarjetas postales -en particular, paisajes y flores- y mantienen romántica correspondencia epistolar secreta con cierto joven que recrean dotándole de innúmeras gracias. Y él es escribiente en determinadas pedanías. | |
Avellinou © 06.08.2014 |
Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info