Calendrier | ||
Τόσα χρόνια μες τους χάρτες μου σε ψάχνω, κι ας μην έσκυψες ποτέ στο μέτωπο μου με τα δυο σου χείλια να αφήσεις μια ανάσα στη ζωή μου. Κι αν η προσευχή μου οινόπνευμα μυρίζει, καπνό και πυρετό, στο γυάλινο το κύμα τ’ όνομά σου φωνάζω να καθρεφτιστεί η φωνή μου. Και στην όχθη που χτενίζεσαι ακουστεί σαν αλμυρό τραγούδι που σου φέρνει ερωτευμένο το νερό. Και στο διάβολο πουλάω την ψυχή μου εγώ, για να βρεθώ απόψε τυλιγμένος στου κορμιού σου το βυθό. Κάπου η νύχτα μεσοπέλαγα κρεμιέται στην αγχόνη τ’ ουρανού κι ο δαίμονας καβάλα στο σκοτάδι αρπάζει τη μετέωρη ευχή μου. Και σαν άστρο καυτερό προς το νησί σου τα λόγια μου πετάει πληγώνοντας τα βράχια και την άμμο, στη χτένα σου καρφώνει την ψυχή μου. Και σταγόνα τη σταγόνα κυλάω εγώ σαν αλμυρό νερό στους ώμους και στον ακριβό σου το λαιμό. Κι ας το ξέρω πως του λόγου του στην ανεμόσκαλα εκεί, με περιμένει για να μου λιμάρει το σκοινί. Πάνε χρόνια που αντίκρυ αναβοσβήνουν τα φώτα κάποιας γης, τα φώτα κάποιας ξεχασμένης νήσου, που λένε είν’ οι κορφές του παραδείσου. Μα το ξέρω είναι της θάλασσας τα μάγια, δεν υπάρχει αυτή η στεριά, μιας και κανείς ποτέ του εκεί δεν πήγε, γι αυτό σφιχτά κρατιέμαι στο κορμί σου. Και μπροστά απ’ τους κολασμένους περνάω εγώ σαν μια σκιά που σεργιανάει στον Άδη τη δικιά σου μυρωδιά. Κι είναι λέω ο παράδεισος για μας, αγάπη μου μικρή, να μοιραζόμαστε τούτη τη κόλαση μαζί. | ![]() | Tant d'années que je te recherche sur mes cartes et malgré que tu ne te sois jamais penchée sur mon front pour déposer avec tes deux lèvres un souffle sur ma vie. Et même si ma prière, sent l'alcool, la fumée et la fièvre, sur la vague cristalline ton nom je crie, afin qu'elle reflète ma voix et qu'elle résonne sur le rivage où tu te peignes, comme un chant salé que t'apporte l'eau enamourée. Et moi je vends mon âme au diable, pour que je puisse me retrouver ce soir lové dans les profondeurs de ton corps. Quelque part en pleine mer la nuit est pendue au nœud du ciel, et le démon qui chevauche dans l'obscurité arrache mon vœu suspendu et jette mes paroles, comme une étoile brûlante vers ton île, blessant les rochers et le sable; sur ton peigne il cloue mon âme, et goutte à goutte, je roule comme eau salée sur tes épaules et ta gorge chérie. Et quant même je sais la raison de sa présence, là, sur l'échelle il m'attend pour limer la corde. Il y a des années qu'en face clignotent les feux de quelque terre, les feux quelque île oubliée qu'on dit être les cimes du paradis. Mais je sais que ce n'est qu'artifice de la mer, que cette terre n'existe pas que personne n'y est jamais allé, c'est pourquoi je me tiens fermement à ton corps, et devant les damnés, je passe comme une ombre qui promène chez Hadès ton parfum; et je dis, ceci est le le paradis pour nous, mon petit amour: tout cet enfer à partager ensemble. |
Αργεάδης © 19.04.2016 |
Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info