Fata Morgana | ||
Θα μεταλάβω με νερό θαλασσινό στάλα τη στάλα συναγμένο απ’ το κορμί σου σε τάσι αρχαίο, μπακιρένιο αλγερινό, που κοινωνούσαν πειρατές πριν πολεμήσουν. Πανί δερμάτινο, αλειμμένο με κερί, οσμή από κέδρο, από λιβάνι, από βερνίκι, όπως μυρίζει αμπάρι σε παλιό σκαρί χτισμένο τότε στον Ευφράτη στη Φοινίκη. Σκουριά πυρόχρωμη στις μίνες του Σινά. Οι κάβες της Γερακινής και το Στρατόνι. Το επίχρισμα. Η άγια σκουριά που μας γεννά, Μας τρέφει, τρέφεται από μας, και μας σκοτώνει. Πούθ’ έρχεσαι; Απ’ τη Βαβυλώνα. Πού πας; Στο μάτι του κυκλώνα. Ποιαν αγαπάς; Κάποια τσιγγάνα. Πώς τη λένε; Φάτα Μοργκάνα. | Ich werde das Abendmahl mit Meerwasser empfangen Tropfen für Tropfen von deinem Körper gesammelt in einer antiken Schale, aus algerischem Kupfer, wie es die Piraten vor dem Kampf zu tun pflegten. Segel aus Haut, eingewachst mit Kerzen, Geruch von Zedern, von Weihrauch, von Firnis, wie der Speicher in einem alten Boot riecht gebaut damals am Euphrat und in Phönizien. Feuerfarbener Rost in den Minen von Sinai. Stratoni und die Weinkeller von Gerakini. Der Belag. Der heilige Rost, der uns geboren hat, ernährt uns, wird von uns genährt und bringt uns um. Woher kommst du? Aus Babylon. Wohin gehst du? Ins Auge des Zyklons. Wen liebst du? Eine Zigeunerin. Wie heißt sie? Fata Morgana. | |
lipsia © 02.05.2016 |
Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info