Canto funebre

Μες στο κοιμητήρι, αχ, πικρή βροχή,
κάνε να μη σβήσει τούτο το κερί.
Κι ούτε ένα λουλούδι να μη μαραθεί,
δεν τον σκοτώσαν, έχει κοιμηθεί.

Κι εσύ, αγέρα, πάψε πια να κλαις,
δεν έχει φύγει, ψέματα μου λες.
Μην κοιτάς το στήθος που ’χει ματωθεί,
δεν τον σκοτώσαν, έχει κοιμηθεί.

Ζεστό σαν το ψωμί, καθάριο σαν νερό,
ένα παλληκάρι είκοσι χρονώ.
Ούτε που τ’ αφήσαν ν’ απολογηθεί,
δεν τον σκοτώσαν, έχει κοιμηθεί.

Μαύρο κοιμητήρι, πώς και να γενείς
κάμπος της ελπίδας και της προσμονής;
Ο αρχάγγελός μου έχει πια χαθεί,
μου τον σκοτώσαν, δε θα ξαναρθεί.


Nel cimitero, ah, pioggia amara,
non far spegnere questo cero,
e non fare appassire neppure un fiore,
non l'hanno ucciso, sta dormendo.

E tu, vento, smetti di piangere,
non è andato via, mi dici bugie.
Non guardare il petto che è insanguinato,
non l'hanno ucciso, sta dormendo.

Caldo come il pane, puro come l'acqua,
era un giovane di vent'anni.
Non gli hanno neanche permesso di difendersi,
non l'hanno ucciso, sta dormendo.

Tetro cimitero, come puoi essere anche
campo di speranza e di attesa?
Il mio arcangelo è ormai perduto,
me l'hanno ucciso, non ritornerà.

android2020 © 30.05.2016

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info