La separación (trozo 6 del Erotócrito)

Ως την αυγή εμιλούσανε, ως την αυγή εκλαίγα
κι ως την αυγή τα πάθη τως και πόνους τως ελέγα.
Ήστραψεν η ανατολή κι εβρόντηξεν η δύση
όντε τα χείλη του ήνοιξε για ν’ αποχαιρετήσει.

Κι ένα μεγάλο θαύμασμα στο παραθύρι εγίνη,
οι πέτρες και τα σίδερα κλαίσι την ώρα εκείνη.
Εμίσεψ’ ο Ρωτόκριτος και βιάζει τον η ώρα,
μ’ ένα πρικύ αναστεναγμό που σείστηκεν η χώρα.

Τα βάσανά του τα πολλά στα δάση τα εδηγάτο
και το λαγκάδι και βουνί συχνιά του πιλογάτο.
Ουρανέ ρίξε φωτιά ο κόσμος ν’ αναλάβει
κι όλοι ας λαβού κι όλοι ας καού κι η Αρετή μη λάβει.

Στην άδικη απόφαση που δόθηκε σε `μένα,
ν’ απαρνηθώ τον τόπο μου, να περπατώ στα ξένα.
Άστρη μην το βαστάξετε, ήλιε σημάδι δείξε
και σ’ έτοιου αφέντη αλύπητου αστροπελέκι ρίξε.


Hasta el alba estuvieron hablando, hasta el alba llorando
hasta el alba sus pesares y dolores contando.
Relampagueó oriente y tronó la anochecida
cuando abrió la boca para la despedida.

Y muy gran maravilla ocurrió en la ventana aquella;
pues a esa hora lloraron la reja y las piedras.
Marchó Erotócrito, por la hora apresurado,
y da tan gran suspiro que tiembla el condado.

Sus muchos tormentos a los bosques cuenta
y recapitula en los valles y montes que frecuenta:
Cielo arroja fuego, que el mundo entero prenda,
que todos prendan y ardan mas Aretí no prenda.

Sentencia bien injusta sobre mi se ha dictado:
que camine ajenas tierras dejando ésta do fui engendrado.
Sol da una señal, lanza un rayo a ese rey tan despiadado,
que no deberíais sufrir ni tolerar, oh Astros soberanos.

Avellinou © 30.05.2016

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info