Wir rauchten eines Abends

Εφουμέρναμ’ ένα βράδυ
αργιλέ, σπαχάνη, μαύρη
δίχως να’ χουμε στην πόρτα
τσιλιαδόρους όπως πρώτα.

Κι έρχονται δύο πολιτσμάνοι
δε μας βρίσκουνε ντουμάνι.
Ζούλα όλοι οι αργιλέδες
φυλαχτείτ’ από τους τζέδες.

Γεια σου πολιτσμάν, λεβέντη
κι άσ’ τον αργιλέ να καίει
να φουμάρει το τουρκάκι
που `ναι φίνο δερβισάκι.

Μαύρο φέρνει από τη Σμύρνη
και καλάμι απ’ τ’ Αϊδίνι
και χαρά στον που την πίνει.


Wir rauchten eines Abends
Wasserpfeife, Spachani, schwarz
ohne dass wir in der Türe
Schmieresteher hatten wie zuerst.

Aber es kamen zwei Polizisten
sie fanden uns nicht im Qualm.
Alle Wasserpfeifenraucher waren versteckt,
nehmt euch in Acht vor den Bullen!

Hallo Polizist, du Mannsbild,
aber lass die Wasserpfeife brennen,
und den Türken rauchen,
der ein feiner Derwisch ist.

Der Schwarze kommt aus Smyrna
und das Schilf aus Aydın
und Freude hat, wer daran zieht.

lipsia © 30.05.2016

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info