Digenis

Καβάλα πάει ο χάροντας
το Διγενή στον Άδη,
κι άλλους μαζί κλαίει, δέρνεται
τ’ ανθρώπινο κοπάδι.

Και τους κρατεί στου αλόγου του
δεμένους τα καπούλια,
της λεβεντιάς τον άνεμο,
της ομορφιάς την πούλια.

Και σαν να μην τον πάτησε
του χάρου το ποδάρι,
ο Ακρίτας μόνο ατάραχα
κοιτάει τον καβαλάρη

Ο Ακρίτας είμαι, χάροντα,
δεν περνώ με τα χρόνια.
Μ’ άγγιξες και δε μ’ ένιωσες
στα μαρμαρένια αλώνια.

Δε χάνομαι στα τάρταρα,
μονάχα ξαποσταίνω .
Στη ζωή ξαναφαίνομαι
Και λαούς ανασταίνω.


A caballo lleva Jaros
a Digenis al Hades
y a otros más con él. Llora y se da golpes
de pecho el humanal rebaño.

Y los lleva atados a lomos
de su montura,
viento de gallardía,
broche de hermosura.

Y como si no le hubiera pisoteado
el pie del tiempo
el Acrita sólo mira
imperturbable al jinete.

"Soy el Acritas, Jaros,
no paso con los años.
Me has tocado sin calarme
en las eras de mármol

No me pierdo en el Tártaro;
sólo voy a descansar.
Y regreso a la vida,
revuelo pueblos.

Avellinou © 30.05.2016

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info