Saturday Night at Kaisariani

Το απομεσήμερο έμοιαζε να στέκει
σαν αμάξι γέρικο στην ανηφοριά
κάθε απομεσήμερο στο παλιό μας στέκι
πίσω απ’ το μαγέρικο του Ντελη βοριά

Κι όλα μοιάζαν ουρανός και ψωμί σπιτίσιο
κι όλα μοιάζαν ουρανός και γλυκό γλυκό ψωμί

Γνώριζες τα βήματα ξέκρινα τους ήχους
και φωτιές ανάβαμε με σβηστή φωνή
τις βραδιές συνθήματα γράφαμε στους τοίχους
πέφταμε φωνάζοντας κάτω οι Γερμανοί

Κι όλα μοιάζαν ουρανός και ψωμί σπιτίσιο
κι όλα μοιάζαν ουρανός και πικρό πικρό ψωμί

Τάχα τι να ζήλεψαν στα χλωρά σου μάτια
που γιομαν τ’ απόβραδο γλύκα πρωινή
ήρθαν και βασίλεψαν τα βαθιά σου μάτια
κάποιο Σαββατόβραδο στην Καισαριανή

Κι όλα γίναν κεραυνός πελαγίσια αρμύρα
κι όλα γίναν κεραυνός και πικρό πικρό ψωμί


The afternoon seemed standing
As an old car in the uphill
Every afternoon at our old joint
Behind the cooking-house of Deli-vorias

Everything resembled heaven and homemade bread
Everything resembled heaven and sweet-sweet bread

You knew the steps, I discerned the sounds
We were lighting fires with a dead voice
At nights we were writing graffiti on the walls
We were falling crying, down with the Germans

Everything resembled heaven and homemade bread
Everything resembled heaven and bitter-bitter bread

I wonder what they envied in your pale eyes
Which are filled at early night with morning sweetness
They came and set, your deep eyes
Some Saturday Night at Kaisariani

Everything became thunder - Sea saltiness
Everything became thunder and bitter-bitter bread

Little_John © 29.09.2006

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info