Ricorda

Θυμήσου, οι δρόμοι μας φτωχοί σαν τη ζωή μας
μπαινόβγαινε στα σπίτια ο θάνατος
ματώνανε των ανθρώπων οι πληγές
θυμήσου

Κι εκεί στη γειτονιά στη σκοτεινιά
τ’ αδέρφια μας αλλάζαν τουφεκιές
χωρίς να φταίνε

Κι ακόμα να τελειώσει το μαύρο το νυχτέρι
ο ξένος πάντα στην αυλή μας με θηλιά και μαχαίρι
κι ακόμα να περάσει ετούτο το σκοτάδι
ακόμα η μάνα να χορτάσει τα παιδιά της με χάδι

Θυμήσου


Ricorda le nostre strade, povere come la nostra vita,
la morte entrava e usciva continuamente dalle case,
le ferite degli uomini sanguinavano,
ricorda...

E lì, nelle vicinanze, nell'oscurità,
i nostri fratelli si scambiavano fucilate,
in continuazione.

E ancora, nel buio della notte,
lo straniero era sempre nel nostro cortile, per ammazzare, con il capestrο e il coltello,
e ancora, perché passasse questa tenebra,
la mamma saziava i bambini con una carezza.

Ricorda...

android2020 © 04.07.2016

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info