I chiavistelli | ||
Ξυπνώ και βλέπω σίδερα στη γη στερεωμένα και μ’ αλυσίδες σταυρωτές τα χέρια μου δεμένα Πέσαν τα μάνταλα βαριά και σκοτεινιάσαν τα κελιά Με δέσαν χειροπόδαρα σαν τον εγκληματία στην καταδίκη μου αυτή γυναίκα ειναι αιτία Πέσαν τα μάνταλα βαριά και σκοτεινιάσαν τα κελιά Βροντούν οι αλυσίδες μου ξυπνώ αλαφιασμένος και μόλις πιάσω σίδερα χτυπιέμαι απελπισμένος Βροντούνε βέργες και κλειδιά και σκοτεινιάζουν τα κελιά | Mi sveglio e vedo ferri saldamente ancorati a terra, e sbirri con le catene le mani mi hanno legato. Si abbassavano i pesanti chiavistelli, e le celle si oscuravano. Mi hanno legato mani e piedi come un criminale, di questa sentenza di condanna una donna è la causa. Si abbassavano i pesanti chiavistelli, e le celle si oscuravano. Le mie catene sbattono, mi sveglio spaventato e appena prendo i ferri mi percuoto disperato. Sbattevano verghe e chiavi, e le celle si oscuravano. | |
android2020 © 10.07.2016 |
Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info