Il pomeriggio

Πώς έγινε το δράμα
εμένα ακούτε
το είδα με τα μάτια μου
Ανέβηκαν το δρόμο χέρι χέρι
και στάθηκαν εδώ
Τι λέγανε δεν ξέρω
όμως ο ήλιος
τα μάγουλά τους φλόγιζε τα χέρια
Η μάνα μου τους βλέπει και τρομάζει
έρημα νιάτα νιάτα περιστέρια
Ο άλλος τότε μπαίνει ανάμεσά τους
φωνή πικρή τ’ απόγεμα ραϊζει
στις πλάκες γονατίζει χτυπημένος
να το σημάδι, ακόμα ξεχωρίζει
Εξήγηση να δώσω μη ζητάτε
εγώ ξέρω μονάχα αυτό που είδα
Οι δυο ήταν μαζί ο άλλος μόνος
στα σκαλοπάτια περπατούσε ο πόνος


Questo è il dramma:
ascoltatemi!
L'ho visto con i miei occhi:
Risalivano pian piano la strada,
e si fermavano qui.
Non so che dicevano,
tuttavia il sole
infiammava loro le guance e le mani.
Mia madre li ha visti e ha avuto paura,
infelice gioventù, giovani colombi.
L'altro allora si mette in mezzo a loro,
-un grido amaro incrina il pomeriggio-
e, colpito, si inginocchia sui gradini,
in segno di preghiera - ancora li vuole separare-.
Non cercate che vi dia una spiegazione,
io so soltanto ciò che ho visto.
I due erano insieme, l'altro era solo,
la compassione camminava sui gradini.

android2020 © 31.08.2016

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info