Ce soleil

Κι αυτός ό ήλιος που δεν λέει να μαλακώσει
έχει σταθεί πάνω απ' την πόλη και την καίει
Ώρες ακίνητος
Έχει σκαλώσει
Φωτιά ο αέρας μας κανείς δεν αναπνέει.

Κι αυτή η μέρα που δεν λέει να τελειώσει
Να την ξεχάσουμε να πάμε παρακάτω
Πέτρα ασήκωτη
Έχει ριζώσει
Κόβει στα δύο το νερό, το κάνει βάλτο.

Θα περάσει, μα θα 'ρθει ίδια αρχή
Θα μιλάνε για μια εποχή μεγάλη
Ένας με έναν στο τέλος θα σωθεί
Εσύ εμένα, και τον κόσμο όλοι οι άλλοι.

Κι αυτή η ελπίδα να μην λέει πια να πεθάνει
Γριά γυναίκα που μας δίνει την ευχή της
Όλα τα λόγια της
Ένα ντουμάνι
Να μας μαζεύει σαν ζητιάνους στην αυλή της.


Et ce soleil qui ne dit pas qu’il va décliner
S’est arrêté au-dessus de la ville et la brûle
Des heures, immobile
Il s’est accroché
Un vent suffocant qui nous empêche de respirer

Et ce jour qui ne dit pas qu’il va finir
Pour l’oublier nous allons plus bas
Une pierre inébranlable
S’est enracinée
Et coupe l’eau en deux, la transforme en marécage

Ça passera, mais ça recommencera
Ils parleront de la grande époque
L’un avec l’autre finalement souffriront
Toi, moi et le monde, tous les autres

Et cet espoir, pour ne plus dire mourir
Une vieille femme qui nous adresse ses vœux
Toutes ses paroles
Un écran de fumée
Pour nous recueillir comme des mendiants dans sa cour

www.projethomere.com © 24.07.2016

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info