Harpyies | ||
Στάζει αίμα απ'τη σάρκα τα σωθικά φανήκαν κι είναι όλα μαύρα Νύχια, κόβουν τα στήθια μάτια γεμάτα μίσος, που θυμίζουν φίδια Ψύχος, σαν μια θύελλα αρπάζουνε το πλήθος οι άρπυιες συνήθως, τις ψυχές προσμένουν ζωντανεύει ο μύθος Θολώνει η μνήμη, τρέμουν τα χείλη ανάβει η φλόγα γοργά Θολώνει η μνήμη, τρέμουν τα χείλη παίρνει η ψυχή του φωτιά Θύμα μπροστά απ'το μνήμα ξάφνου δυνάμεις βρίσκει και κάνει το βήμα Χλιαίνει, βαριανασαίνει ορμά και πάνω τους χιμά, μακριά τις στέλνει Μόνος, θυμωμένος κι είν’ αβάσταχτος ο πόνος τέρμα πια ο φθόνος, η ψυχή του ανήκει άδειος είν’ ο δρόμος Θολώνει η μνήμη, τρέμουν τα χείλη ανάβει η φλόγα γοργά Θολώνει η μνήμη, τρέμουν τα χείλη παίρνει η ψυχή του φωτιά | Dripping blood from the flesh the guts seemed all black Nails, cut the breasts their eyes full of hatred, who resemble snakes Cold, like a storm, they grab the crowd this is what the Harpies really do, The souls await the ancient legend is brought to life Memories are blurred, the lips tremble the flame lit rapidly Memories are blurred, the lips tremble his soul catches fire Victim stands helpless in front of the tomb suddenly he finds the inner strength to do the step He has had enough, his breath is now deeper he rushes over them (the Harpyies), and sends them away Alone, angry and the pain is unbearable No more envy, his soul belongs again to himself he is free to go, the road is empty Memories are blurred, the lips tremble the flame lit rapidly Memories are blurred, the lips tremble his soul catches fire | |
ioan span © 01.07.2016 |
Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info