Nella taverna di Marigò

Στο καπηλειό της Μαριγώς
φτηνό πιοτό, βαρύς καπνός
τα πίνω πάλι μοναχός,
μα πού να σβήσει ο δικός μου ο καημός;

Τρύπια τραπεζομάντηλα
τραπέζα σκεβρωμένα
καίνε τα γκαζοκάντηλα
τα όνειρα σβησμένα.
Στο καπηλειό της Μαριγώς
φαρμάκι πίνω μοναχός.

Στης Μαριγώς το μαγαζί
δέκα σκαλιά κάτω απ’ τη γη
για σένα τα `χω κατεβεί
και ζωντανός μέσα εκεί έχω ταφεί.


Nella bettola di Marigò,
bevande a buon mercato, tabacco forte,
ci bevo di nuovo da solo,
ma come posso annegare il mio dolore?

La tovaglia è piena di buchi,
il tavolo zoppica,
la lampada a gas brucia,
i sogni sono perduti.
Nella bettola di Marigò,
seduto per conto mio bevo veleno.

Nella bettola di Marigò,
sono sceso a causa tua
dieci gradini sotto terra,
e, ancora vivo, lì mi sono seppellito.

android2020 © 01.03.2017

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info