Krasojorgena

Nειρεύονταν η Kρασογιώργαινα
σεργιάνιζε, λέει, με τον καλό της
σ’ ένα κλειστό περβόλι και χαμογελούσε...
Δεν ήταν ο Kρασογιώργης ο χοντρομπαλάς
παρά ένα λυγερό παλληκάρι...
Στριμμένο αγκάθα το μουστάκι του,
μαλλιά μακριά, κορακάτα,
στη ζωνη ασημοπίστολα
κι η αναπνιά του μύριζε κανέλλα...
Ίδιος, απαράλλακτος ο Aθανάσιος Διάκος!


Es träumte die Krasojorgena
sie spazierte mit ihrem Liebsten
in einem geschlossenen Garten und lächelte ...
Es war nicht Krasojorgis der Fettsack
sondern ein schlanker junger Mann ...
Mit gezwirbeltem Schnurrbart
langem rabenschwarzen Haar
im Gürtel die silberne Pistole
und sein Atem roch nach Zimt ...
Genau wie Athanasios Diakos!

Balinger © 01.01.2017

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info