Il braciere

Έξω ο Βοριάς σφυρίζει κι είμαι μοναχός
Με σβηστό το μαγκαλάκι μένω ο φτωχός

Γύρισε κι άναψε το μαγκαλάκι
όπως μου τ’ άναβες κάθε βραδάκι,
Γύρισε κι άναψε το μαγκαλάκι
όπως μου τ’ άναβες κάθε βραδάκι

Της αγάπης μας τη στάχτη ψάχνω προσπαθώ
μήπως κι έβρω καμιά σπίθα για να ζεσταθώ

Γύρισε κι άναψε το μαγκαλάκι
όπως μου τ’ άναβες κάθε βραδάκι
γύρισε κι άναψε το μαγκαλάκι
όπως μου τ’ άναβες κάθε βραδάκι

Είναι κρύο αυτό το βράδυ πέφτει κι η βροχή
και νεκρό χωρίς μαγκάλι θα με βρουν την αυγή

Γύρισε κι άναψε το μαγκαλάκι
όπως μου τ’ άναβες κάθε βραδάκι,
γύρισε κι άναψε το μαγκαλάκι
όπως μου τ’ άναβες κάθε βραδάκι


Fuori soffia la tramontana e io sono solo,
povero, con il braciere spento.

Ritorna e accendi il braciere
come me lo accendevi ogni sera,
ritorna e accendi il braciere
come me lo accendevi ogni sera.

Mi sforzo di cercare fra i residui della brace del nostro amore,
forse riesco a trovare qualche scintilla per riscaldarmi.

Ritorna e accendi il braciere
come me lo accendevi ogni sera,
ritorna e accendi il braciere
come me lo accendevi ogni sera.

Fa freddo questa sera e cade anche la pioggia,
e all'alba, senza poter accendere il braciere, mi troveranno morto.

Ritorna e accendi il braciere
come me lo accendevi ogni sera,
ritorna e accendi il braciere
come me lo accendevi ogni sera.

android2020 © 04.03.2017

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info