Il fiumicello | ||
Η κοινωνία μοιάζει μ’ έναν ποταμό, που παρασύρει ό,τι βρει στο πέρασμά του και δε γλιτώνει απ’ τον άδικο πνιγμό, ο κάθε άνθρωπος που πέφετι στα νερά του. Ένα ποτάμι είσαι και συ, βρε παλιοκοινωνία, που κάνεις κάθε άνθρωπο, να ζει στην αγωνία, να ζει στην αγωνία. Όταν βρεθείς μέσ’ στο μεγάλο ποταμό, τίποτα πια δε σε γλιτώνει απ’ την ορμή του, σε βασανίζει και σε σπρώχνει στο χαμό και σ’ έχει δέσει πια η μοίρα σου μαζί του. Ένα ποτάμι είσαι και συ, βρε παλιοκοινωνία, που κάνεις κάθε άνθρωπο, να ζει στην αγωνία, να ζει στην αγωνία. Η κοινωνία μοιάζει μ’ έναν ποταμό, που πότε ήσυχα κυλάει και σε πάει, σ’ ένα ταξίδι που δεν έχει τελειωμό και πότε άγρια στα βάθη σε τραβάει. Ένα ποτάμι είσαι και συ, βρε παλιοκοινωνία, που κάνεις κάθε άνθρωπο, να ζει στην αγωνία, να ζει στην αγωνία. | La società assomiglia a un fiume, che tracina ciò che trova al suo passaggio, e non scampa dall'ingiusto annegamento ciascun uomo che cade nelle sue acque. Tu sei un fiumicello, ehi, vecchia società, che fai vivere ogni uomo nell'affanno, nell'affanno. Quando ti trovi dentro un grande fiume, niente ormai può salvarti dal suo impeto, ti tormenta e ti porta alla morte, perché ha legato la sua sorte alla tua. Tu sei un fiumicello, ehi, vecchia società, che fai vivere ogni uomo nell'affanno, nell'affanno. La società assomiglia a un fiume, che non scorre mai placidamente, e ti trascina, in un viaggio che non ha fine se non quando sul fondo ti trascina. Tu sei un fiumicello, ehi, vecchia società, che fai vivere ogni uomo nell'affanno, nell'affanno. | |
android2020 © 29.11.2016 |
Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info