Le strade erano deserte | ||
Νύχτα κι ερήμωσαν οι στράτες, αραίωσαν και οι διαβάτες μα εγώ την πόρτα μου την έχω ανοιχτή, μήπως, χαμένο όνειρό μου, φανείς απ’ τη γωνιά του δρόμου και ο καημός της μοναξιάς να γιατρευτεί. Κι αν η ζωή σε ξαναφέρει μια βραδιά φτωχό σπουργίτι μου το τζάμι να χτυπήσεις χαλί θα κάνω τη θλιμμένη μου καρδιά πάνω σ’ αυτή, αρχόντισσά μου, να πατήσεις. Νύχτα κι ερήμωσαν οι στράτες κι απ’ την ταβέρνα οι πελάτες έχουνε φύγει και τα πίνω μοναχός, στο σπίτι πάλι πώς να πάω χωρίς εσένα π’ αγαπάω, θα ξενυχτήσω μες στους δρόμους ο φτωχός. Κι αν η ζωή σε ξαναφέρει μια βραδιά φτωχό σπουργίτι μου το τζάμι να χτυπήσεις χαλί θα κάνω τη θλιμμένη μου καρδιά πάνω σ’ αυτή, αρχόντισσά μου, να πατήσεις. | Di notte anche le strade erano deserte, si erano diradati i passanti, ma io tenevo aperta la mia porta, forse, mio sogno perduto, saresti apparsa all'angolo della strada e il dolore della solitudine sarebbe guarito. E se la vita ti riportasse una notte, povero passero mio, a bussare al vetro, stenderei un tappeto sopra questo infelice cuore, mia signora, perché tu ci cammini sopra. Di notte anche le strade erano deserte, e i clienti sono andati via dalla taverna, e io bevo da solo, se non riesco a tornare di nuovo a casa, senza te, che amo, mi risveglierò per strada, come un barbone. E se la vita ti riportasse una notte, povero passero mio, a bussare al vetro, stenderei un tappeto sopra questo infelice cuore, mia signora, perché tu ci cammini sopra. | |
android2020 © 04.03.2017 |
Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info