Reyerta | ||
Απόδοση στίχων από Οδυσσέα Ελύτη. Καταμεσίς στη ρεματιά λάμπουνε τα μαχαίρια, ωσάν τα ψάρια αστραφτερά που κανείς δεν τα προφταίνει. Μέσα στις άγριες πρασινάδες ανεβαίνουν με το πλάι πάνω σε αψηλές φοράδες. Άγγελοι μαύροι έφερναν μέσα στο φως το αγριωπό μαντίλες και χιονόνερο. Ο Χουάν Αντόνιο στην πλαγιά πέφτει με μια λαβωματιά, έχει ανεμώνες στο πλευρό και ρόδι έχει στον κρόταφο. Κατάκοπο απ’ τις φωνές τ’ απόβραδο μες στις συκές σωριάζεται λιπόθυμο κι οι μαύροι άγγελοι ολοένα με τα μεγάλα τους φτερά, πετούσανε στο λιόγερμα. | Versos de F. G. Lorca En la mitad del barranco las navajas de Albacete, bellas de sangre contraria, relucen como los peces. Una dura luz de naipe recorta en el agrio verde caballos enfurecidos y perfiles de jinetes. Ángeles negros traían pañuelos y agua de nieve. Juan Antonio el de Montilla rueda muerto la pendiente, su cuerpo lleno de lirios y una granada en las sienes. La tarde loca de higueras cae desmayada en los muslos heridos de los jinetes. Y ángeles negros volaban por el aire del poniente. | |
Avellinou © 03.12.2016 |
Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info