Arbolé arbolé | ||
Κορίτσι ομορφοπρόσωπο στον κάμπο ελιές μαζεύει κι ο γόης, ο κυρ άνεμος από τη μέση την κρατά, από τη μέση την κρατά. Πέρασαν τέσσερις λεβέντες καβάλα σε φοράδες Ανδαλούσες, πράσινα και γαλάζια ρούχα και φαρδιοί, σκούροι μανδύες. Έλα, κόρη, στην Κόρντομπα. Έλα, κόρη, στην Κόρντομπα. Δεν τους άκουσε η κόρη. Πέρασαν τρεις ταυρομάχοι παιδιά με δαχτυλίδι μέση τα ρούχα τους μεταξωτά σπαθιά από ασήμι αρχαίο. Έλα, κόρη, στην Σεβίλλια. Έλα, κόρη, στην Σεβίλλια. Δεν τους άκουσε η κόρη. Όταν έπεσε το βράδυ μαβύ και με το φως θαμπό, πέρασε ένα παλληκάρι με ρόδα και με νύχτα φεγγαρίσια. Έλα, κόρη, στην Γρανάδα. Έλα, κόρη, στην Γρανάδα. Δεν τον άκουσε η κόρη. Κορίτσι ομορφοπρόσωπο ακόμα ελιές μαζεύει μα το σταχτί, του ανέμου, μπράτσο στην μεσούλα τυλιγμένο, στην μεσούλα τυλιγμένο. Δεντρί και δέντρο και δεντρό πότε ξερό, πότε χλωρό, δεντρί και δέντρο και δεντρό πότε ξερό, πότε χλωρό. | ![]() | Arbolé, arbolé seco y verdé. La niña del bello rostro está cogiendo aceituna. El viento, galán de torres, la prende por la cintura. Pasaron cuatro jinetes sobre jacas andaluzas con trajes de azul y verde, con largas capas oscuras. "Vente a Córdoba, muchacha." La niña no los escucha. Pasaron tres torerillos delgaditos de cintura. "Vente a Sevilla, muchacha." La niña no los escucha. Cuando la tarde se puso morada, con luz difusa, pasó un joven que llevaba rosas y mirtos de luna. "Vente a Granada, muchacha." Y la niña no lo escucha. La niña del bello rostro sigue cogiendo aceituna con el brazo gris del viento ceñido por la cintura. Arbolé, arbolé seco y verdé. |
Avellinou © 03.12.2016 |
Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info