Like the Migrant

Σαν τον μετανάστη στη δική σου γη
μέρα νύχτα λύνεις δένεις την πληγή
κι όλα γύρω ξένα κι όλα πετρωμένα
και δεν ξημερώνει να `ρθει χαραυγή

Στράγγισε η ζωή σου που αιμορραγεί
κάθε ώρα τρόμος πόνος και κραυγή
και σ’ ακούν οι ξένοι κι ο αδερφός σωπαίνει
αχ δεν είναι άλλη πιο βαθιά πληγή

Σύρμα κι άλλο σύρμα και χοντρό γυαλί
μάτωσε ο ήλιος την ανατολή
κλαις κι αναστενάζεις αχ ξενιτιά φωνάζεις
μα η ελπίδα μαύρο κι άπιαστο πουλί


Like a migrant in your native land
Night and day you tie, untie the wound
And everything is strange and turned to stone
Morning never comes to bring the dawn.

Your life of spilling blood is over
Every hour fear, pain, and cries
Strangers hear and a brother hushes
Ah, there is no deeper hurt.

Wire, more wire and thick glass
The sun bleeds over the dawn
You cry, sob, ah foreign-land, you shout,
But hope is a black, elusive bird.

gstratig © 31.12.2020

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info