Yannis de moordenaar | ||
Ο Γιάννης ο φονιάς, παιδί μιας πατρινιάς κι ενός Μεσολογγίτη, προχτές την Κυριακή μετά απ' τη φυλακή, επέρασ' απ' το σπίτι. Του βγάλαμε γλυκό τού βγάλαμε και μέντα, μα για το φονικό δεν είπαμε κουβέντα. Του βγάλαμε γλυκό τού βγάλαμε και μέντα, μα για το φονικό δεν είπαμε κουβέντα. Μονάχα το Φροσί, με δάκρυ θαλασσί στα μάτια τα μεγάλα, τού φίλησε βουβά τα χέρια τ’ ακριβά, και βγήκε από τη σάλα. Δεν μπόρεσε κανείς τον πόνο της ν’ αντέξει, κι ούτε ένας συγγενής να πει δεν βρήκε λέξη. Κι ο Γιάννης ο φονιάς, στην άκρη της γωνιάς με του καημού τ’ αγκάθι, θυμήθηκε ξανά φεγγάρια μακρινά, και τ’ όνειρο που εχάθη. | Yannis de moordenaar, kind van een moeder uit Patras en een vader uit Messolonghi, eergisteren zondag na de gevangenis, ging hij thuis langs. We boden hem iets zoets aan en ook munt(thee?), maar over de moord hebben we niet gepraat. We boden hem iets zoets aan en ook munt(thee?), maar over de moord hebben we niet gepraat. Alleen Frosi, met een zeeblauwe traan in haar grote ogen, kuste zwijgend zijn dierbare handen, en ging de woonkamer uit. Niemand kon haar pijn verdragen, geen enkel familielid wist wat te zeggen. En Yannis de moordenaar, in een hoekje bij de haard met de doorn van het verlangen, herinnerde zich opnieuw manen heel ver weg, en de verloren droom. | |
renehaentjens © 07.02.2020 |
Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info