The soldier

Απόψε πήρε άδεια
και με την τσέπη άδεια
τραβάει για την πόλη.
Ρίχνει ένα γεια σου στο φρουρό,
σαλτάρει σ’ ένα φορτηγό,
κι ο χάρος δε γλιτώνει.

Έλα στην παρέα μας, φαντάρε
κάτσε κι ένα ποτηράκι πάρε.
Ξέχνα στρατώνες και σκοπιές
κι από το μπρούσκο της καρδιάς μας πιες.

Η πόλη σαν τη γόησσα
σαν την παλιά αρχόντισσα
ανάβει τα κολιέ της.
Μα σαν τον φέρνει στα στενά
τον κουβεντιάζει η μοναξιά,
τον παίρνει αγκαζέ της.

Οι δρόμοι τον κουράσανε,
παράπονα τον πιάσανε,
στο ταβερνάκι μπαίνει.
Κάποιον να βρει για ένα πιοτό,
να ’χουν τον ίδιο τον καημό,
μαζί να δουν πού βγαίνει.


Tonight he took permission
And with his empty pocket
He shoots for the city
He throws a "Hello" to the guard
He leaps into a truck
And the death doesn't escape.

Come into our company, soldier
Sit down and drink a little drink
Forget about barracks and lookout posts
And drink from the dry wine of our heart.

The city as the charmer
As the old noblewoman
Lets its necklaces turning on
But when it takes him into the alleys
Loneliness chats with him
It takes him arm in arm.

The roads have tired him
Some complaints have grasped him
He comes into the little bar
To find someone for a drink
For them to have the same sorrow
For them to see together where does it go out.

CMS © 02.01.2007

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info