Préveza | ||
Θάνατος είναι οι κάργιες που χτυπιούνται στους μαύρους τοίχους και τα κεραμίδια, θάνατος οι γυναίκες που αγαπιούνται καθώς να καθαρίζανε κρεμμύδια. Θάνατος οι λεροί κι ασήμαντοι δρόμοι, με τα λαμπρά μεγάλα ονόματά τους, ο ελαιώνας πίσω η θάλασσα κι ακόμη ο ήλιος θάνατος μες στους θανάτους. Θάνατος ο αστυνόμος που διπλώνει για να ζυγίσει μια ελλειπή μερίδα, θάνατος τα ζουμπούλια στο μπαλκόνι κι ο δάσκαλος με την εφημερίδα. Βάσις φρουρά εξηκονταρχία Πρεβέζης. Την Κυριακή θ’ ακούσουμε τη μπάντα. Επήρα ένα βιβλιάριο τραπέζης, πρώτη κατάθεσης δραχμαί τριάντα. Περπατώντας αργά στην προκυμαία "Υπάρχω" λες κι ύστερα "Δεν υπάρχεις". Φτάνει το πλοίο υψωμένη σημαία. Ίσως έρχεται ο κύριος νομάρχης. Αν τουλάχιστον, μέσα στους ανθρώπους ένας πέθαινε από αηδία... Σιωπηλοί, θλιμμένοι, με σεμνούς τρόπους, θα διασκεδάζαμε όλοι στην κηδεία | Muerte son los cuervos, aletazos dando contra los muros negros, contra las tejas, muerte las mujeres a las que están amando mientras cortan unas cebollas. Muerte cada calle sucia e insignificante de nombre tan sonante y tan grande, el olivar, alrededor el mar y aún el sol, muerte dentro de toda muerte. Muerte el policía que está inspeccionando igualando en la báscula una ración escasa, muerte los jacintos en el balcón posando y el maestro con el periódico en casa. Base y guardia de Préveza y pelotones. El domingo vamos a oír a la banda. Obtuve una cuenta bancaria el lunes, primer depósito, treinta dracmas. Caminando despacio por el muelle, "¿existo?", dices, y despúes:"¡no existes!" Izada la bandera para que el barco llegue. Acaso a la llegada del Prefecto asistes. Si uno al menos, dentro de tantas personas uno se dejara morir por medio letal, silenciosos, tristes y de modestas maneras nos entretuviéramos todos en el funeral. | |
Helena G.Reguilón © 28.12.2003 |
Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info