I rassegnati ( K. Vàrnalis) | ||
Mες την υπόγεια την ταβέρνα, μες σε καπνούς και σε βρισές (απάνω στρίγγλιζε η λατέρνα) όλ’ η παρέα πίναμ’ εψές· εψές, σαν όλα τα βραδάκια, να πάνε κάτου τα φαρμάκια. Σφιγγόταν ένας πλάι στον άλλο και κάπου εφτυούσε καταγής. Ω! πόσο βάσανο μεγάλο το βάσανο είναι της ζωής! Όσο κι ο νους να τυραννιέται, άσπρην ημέρα δε θυμιέται. Ήλιε και θάλασσα γαλάζα και βάθος τ’ άσωτ’ ουρανού! Ω! της αβγής κροκάτη γάζα, γαρούφαλα του δειλινού, λάμπετε, σβήνετε μακριά μας, χωρίς να μπείτε στην καρδιά μας! Tου ενού ο πατέρας χρόνια δέκα παράλυτος, ίδιο στοιχειό· τ’ άλλου κοντόημερ’ η γυναίκα στο σπίτι λυώνει από χτικιό· στο Παλαμήδι ο γιος του Mάζη κι η κόρη του Γιαβή στο Γκάζι. ― Φταίει το ζαβό το ριζικό μας! ― Φταίει ο Θεός που μας μισεί! ― Φταίει το κεφάλι το κακό μας! ― Φταίει πρώτ’ απ’ όλα το κρασί! Ποιος φταίει; ποιος φταίει; Kανένα στόμα δεν το βρε και δεν το πε ακόμα. Έτσι στη σκοτεινή ταβέρνα πίνουμε πάντα μας σκυφτοί. Σαν τα σκουλήκια, κάθε φτέρνα όπου μας έβρει μας πατεί. Δειλοί, μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα, προσμένουμε, ίσως, κάποιο θάμα! | Nella taverna sotterranea in mezzo al fumo e al berciare ( sopra strideva l'organetto ) tutti in compagnia bevevamo ieri, ieri, come tutte le sere, per cacciare giù i veleni. L'uno all'altro si stringeva e come capitava sputava per terra, oh, che grande tormento il tormento è nella vita stessa ! Per quanto la mente si strapazzi una giornata buona non se la ricorda ! Sole e mare azzurro e profondità del cielo infinito ! Oh ! cròcea trina dell'aurora garofani del tramonto, ammiccate lontano da noi senza entrare nel nostro cuore ! Il padre di uno son dieci anni che è paralitico - uguale a un fantasma la moglie di un altro, che ne ha per poco, a casa la tisi la consuma, il figlio di Masi è al fresco al Palamidi e la figlia di Ghiavìs batte ai Gasometri. - E' colpa della nostra sorte storta! - E' colpa di Dio che ci detesta ! - E' colpa della nostra testa sbagliata ! - E' colpa soprattutto del vino ! Di chi la colpa ? Di chi la colpa ? Nessun labbro l'ha scoperto e l'ha detto ancora. E così nella tenebrosa taverna continuiamo a bere ingobbiti. Simili ai lombrichi ogni calcagno come ci trova, lì ci schiaccia: paurosi, rassegnati e abulici a un tempo aspettiamo, chi lo sa, qualche miracolo! | |
Gian Piero Testa, Gian Piero Testa © 11.08.2007 |
Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info