Birds of woe | ||
Ξέρω κάτι πουλιά μαύρα πουλιά πουλιά πικρά πουλιά της δυστυχίας ζουν σε χώρα συμφορά, όπου αρρώστια κυβερνά το αίμα και τη στάχτη κι όταν στην πόλη κατεβεί το βράδυ, κι αρχίζει ατέλειωτη η γρια βροχή, φτάνουν στην πόλη τα πουλιά στις στέγες στα παράθυρα κι όνειρα ανθρώπων κλέβουν τελειώνει όμως η βραδιά σκούζουν και κλαίνε τα πουλιά γυρνούν στην εξορία και η βροχή καλή γιαγιά καλλιεργεί ψιχαλιστά τα ίδια παραμύθια ό, τι καλό κι αν μου χαρίσετε εγώ θα φύγω πάλι γιατί αγαπώ κάτι πουλιά, μαύρα πουλιά πουλιά πικρά, πουλιά της δυστυχίας. | I know some birds, black birds bitter birds, birds of woe they live in regions of misfortune where sickness rules sickness terror ashes And when evening falls in the city and the unceasing lashing, lashing rain begins the birds arrive in the city on the roofs, at the windows and they steal people’s dreams However the evening ends the birds scream and cry they return into exile And the rain – good granny! - drizzles into their heart fragments of fairytales However many birds you give me me, I’m going to leave again; because I love some birds black birds, bitter birds birds of woe | |
Δαβιδ © 16.09.2007 |
Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info