Die alte Uhr | ||
Το παλιό ρολόι του μικρού σταθμού στάθηκε στην ώρα του αποχωρισμού. Είχε βασιλέψει και με φίλαγες κοίταζες τα τρένα και δε μίλαγες. Χάθηκες μέσα στ’ απόβραδο μέσα στη μπόρα, τον καπνό και τη νυχτιά. Κι έγινε το Σαββατόβραδο ένα λουλούδι πεταμένο στη φωτιά. Στο παλιό μας σπίτι κάθε δειλινό βγαίνω στο κατώφλι και σε καρτερώ Και περνούν τα τρένα και σφυρίζουνε μα τα χελιδόνια δε γυρίζουνε. Χάθηκες μέσα στ’ απόβραδο μέσα στη μπόρα, τον καπνό και τη νυχτιά. Κι έγινε το Σαββατόβραδο ένα λουλούδι πεταμένο στη φωτιά. | Die alte Uhr des kleinen Bahnhofs blieb an der Abschiedsstunde stehen. Es war Abenddämmerung und Du küsstest mich schautest auf die Züge und schwiegst. Du gingst dahin in den Spätabend im Gewitter,im Rauch und in die Nacht. Und es wurde aus dem Samstagabend eine in´s Feuer geworfene Blume. In unser altes Haus an jedem Sonnenuntergang steh´ich an der Türschwelle und erwarte Dich. Und es fahren die Züge pfeifend vorbei doch die Schwalben kehren nicht zurück. Du gingst dahin in den Spätabend im Gewitter,im Rauch und in die Nacht. Und es wurde aus dem Samstagabend eine in´s Feuer geworfene Blume. | |
Γιαννης απο Freiburg © 01.08.2004 |
Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info