La statue | ||
Χθες μεσάνυχτα και κάτι κατηφόρισα στην μικρή την πλατεΐτσα που σε γνώρισα Κάποιο άγαλμα που μ’ είδε με θυμήθηκε και τον πόνο μου να ακούσει δεν αρνήθηκε Και του μίλησα για σένα και για μένανε και τα μάτια του βουρκώναν και όλο κλαίγανε Του ’πα για το φέρσιμό σου και για τα άλλα σου τα ασυγχώρητα τα λάθη τα μεγάλα σου Κι ύστερα με πιάσαν θεέ μου κάτι κλάματα που με βρήκανε κουρέλι τα χαράματα Με το άγαλμα ως το δρόμο προχωρήσαμε μου εσκούπισε τα μάτια και χωρίσαμε | Hier, près de minuit sonnantes, je suis revenu Vers le square où autrefois je t’avais connu. Une statue m’apercevant se souvint de moi Et a bien voulu entendre mon cœur en émoi. Et je lui ai parlé, ingrate, surtout de nous deux Et j’ai vu de chaudes larmes briller dans ses yeux. Je lui ai parlé aussi de ton comportement E de tes impardonnables et lourds errements. Et puis j’ai pleuré longtemps mon défunt amour, Tant que je n’étais qu’une loque à la tombée du jour. Avec la statue ensuite j’ai marché un peu, Elle m’a essuyé les larmes et m’a dit adieu. | |
DETOBON © 03.01.2008 |
Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info