La nave folle (O. Elytis)

Βαπόρι στολισμένο βγαίνει στα βουνά
κι αρχίζει τις μανούβρες "βίρα μάινα"
την άγκυρα φουντάρει στις κουκουναριές
φορτώνει φρέσκο αέρα κι απ’ τις δυο μεριές

Είναι από μαύρη πέτρα κι είναι απ’ όνειρο
κι έχει λοστρόμο αθώο ναύτη πονηρό
από τα βάθη φτάνει στους παλιούς καιρούς
βάσανα ξεφορτώνει κι αναστεναγμούς

Έλα Χριστέ και Κύριε λέω κι απορώ
τέτοιο τρελό βαπόρι τρελοβάπορο
χρόνους μας ταξιδεύει δε βουλιάξαμε
χίλιους καπεταναίους τους αλλάξαμε

Κατακλυσμούς ποτέ δε λογαριάσαμε
μπήκαμε μες στα όλα και περάσαμε
κι έχουμε στο κατάρτι μας βιγλάτορα
παντοτινό τον Ήλιο τον Ηλιάτορα


Un vapore impavesato esce verso i monti
e comincia le manovre "ala-molla"
dà fondo all'ancora in mezzo alle conifere
carica aria fresca da tutt'e due le bande.

E' fatto di roccia nera è fatto di sogno
e ha un nostromo ingenuo e un furbo marinaio
dall'alto mare raggiunge i tempi andati
tormenti scarica e grevi sospiri.

Cristo e Signore aiuto dico e non so che fare
questa folle nave questa nave dei folli
da anni ci porta in giro e non siamo naufragati
son mille i capitani che abbiamo già cambiati.

Quanti cataclismi da non poterli contare
affrontammo di tutto e l'abbiamo scapolata
ma sul nostro albero abbiamo capo coffa
l'immortale Sole il Sovrano

Gian Piero Testa, Gian Piero Testa © 10.01.2008

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info