Barche semiaffondate (O. Elytis) | ||
Μισοβουλιαγμένες βάρκες ξύλα που πρήζουνται με απόλαυση. άνεμοι ξυπόλυτοι άνεμοι στα σοκάκια που κουφάθηκαν πέτρινοι κατήφοροι. Ο μουγκός ο τρελός η μισοχτισμένη ελπίδα. Μεγάλα νέα καμπάνες στις αυλές άσπρες μπουγάδες στις παραλίες οι σκελετοί. Μπογιές κατράμι νέφτι, ετοιμασίες της Παναγίας που για να γιορτάσει ελπίζει. Άσπρα πανιά και γαλανές σημαιούλες. Κι εσύ στα πάνω περιβόλια κτήνος της αγριαχλαδιάς λιγνό άγουρο αγόρι ο ήλιος ανάμεσα στα σκέλια σου να παίρνει μυρωδιά κι η κοπελίτσα στην αντικρινή στεριά να σιγοκαίγεται απ’ τις ορτανσίες. | Barche semiaffondate legni che si gonfiano con godimento venti scalzi venti nei vicoli che hanno perso l'udito discese di pietra. Il muto il matto la speranza inconclusa. Grandi novità campane nei cortili candidi bucati sulle spiagge gli scheletri di barche. Vernici catrame acquaragia preparativi per la Madonna che è speranzosa di festeggiamenti. Bianche vele e bandierine azzurre. E tu lassù negli orti animale del pero selvatico esile ragazzo acerbo tra le tue zampe il sole coglie l'odore e la ragazzina sull'opposta sponda arde di ortensie piano piano. | |
Gian Piero Testa, Gian Piero Testa © 10.01.2008 |
Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info