Il melograno pazzo (O. Elytis) | ||
Σ’ αυτές τις κάτασπρες αυλές όπου φυσά ο νοτιάς Σφυρίζοντας σε θολωτές καμάρες, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά Που σκιρτάει στο φως σκορπίζοντας το καρποφόρο γέλιο της Με ανέμου πείσματα και ψιθυρίσματα, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά Που σπαρταράει με φυλλωσιές νιογέννητες τον όρθρο Ανοίγοντας όλα τα χρώματα ψηλά με ρίγος θριάμβου; Όταν στους κάμπους που ξυπνούν τα ολόγυμνα κορίτσια Θερίζουνε με τα ξανθά τους χέρια τα τριφύλλια Γυρίζοντας τα πέρατα των ύπνων, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά Που βάζει ανύποπτη μεσ’ στα χλωρά πανέρια τους τα φώτα Που ξεχειλίζει από κελαηδισμούς τα ονόματά τους, πέστε μου Είναι η τρελή ροδιά που μάχεται τη συννεφιά του κόσμου; Στη μέρα που απ’ τη ζήλεια της στολίζεται μ’ εφτά λογιώ φτερά Ζώνοντας τον αιώνιον ήλιο με χιλιάδες πρίσματα Εκτυφλωτικά, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά Που αρπάει μια χαίτη μ’ εκατό βιτσιές στο τρέξιμό της Πότε θλιμμένη και πότε γκρινιάρα, πεστε μου είναι η τρελή ροδιά Που ξεφωνίζει την καινούρια ελπίδα που ανατέλλει; Πέστε μου, είναι η τρελή ροδιά που χαιρετάει στα μάκρη Τινάζοντας ένα μαντίλι φύλλων από δροσερή φωτιά Μια θάλασσα ετοιμόγεννη με χίλια δυο καράβια Με κύματα που χίλιες δυο φορές κινάν και πάνε Σ’αμύριστες ακρογιαλιές, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά Που τρίζει τ’άρμενα ψηλά στον διάφανον αιθέρα; Πανύψηλα με το γλαυκό τσαμπί που ανάβει κι εορτάζει Αγέρωχο, γεμάτο κίνδυνο, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά Που σπάει με φως καταμεσίς του κόσμου τις κακοκαιριές του δαίμονα Που πέρα ως πέρα την κροκάτη απλώνει τραχηλιά της μέρας Την πολυκεντημένη από σπαρτά τραγούδια, πέστε μου είναι η τρελή ροδιά Που βιαστικά ξεθηλυκώνει τα μεταξωτά της μέρας; Σε μεσοφούστανα πρωταπριλιάς και σε τζιτζίκια δεκαπενταυγούστου Πέστε μου, αυτή που παίζει, αυτή που οργίζεται αυτή που ξελογιάζει Τινάζοντας απ’ τη φοβέρα τα κακά μαύρα σκοτάδια της Ξεχύνοντας στους κόρφους του ήλιου τα μεθυστικά πουλιά Πέστε μου, αυτή που ανοίγει τα φτερά στο στήθος των πραγμάτων Στο στήθος των βαθιών ονείρων μας, είναι η τρελή ροδιά; | In questi cortili bianchissimi dove soffia il Noto Fischiando tra gli archi a volta, ditemi è il pazzo melograno Che sobbalza alla luce spargendo le risate dei suoi frutti Coi capricci e i sussurri del vento, ditemi è il pazzo melograno Che palpita al Mattutino con le sue frasche appena nate Spiegando lassù tutti i colori con un brivido di trionfo ? Quando sui pianori dove si svegliano nude le ragazze Falciano i trifogli con le loro braccia bionde Portando in giro i loro sonni quasi conclusi, ditemi è il pazzo melograno Che ripone inconsapevole i lumi nei loro canestri verdi Che riempie fino all'orlo i loro nomi di cinguettii, ditemi E' il pazzo melograno che combatte con le nuvole del mondo ? Nel giorno in cui per l'invidia si adorna di sette fogge d'ali Cingendo il sole eterno di abbaglianti prismi A migliaia, ditemi è il pazzo melograno Che con cento frustate trascina nella sua corsa una criniera Ora afflitto ora imbronciato, ditemi è il pazzo melograno Che a tutta voce chiama la speranza che appare all'orizzonte ? Ditemi, è il pazzo melograno che saluta di lontano Sventolando un fazzoletto di foglie da un fuoco di frescura Una partoriente marina con mille e due bastimenti Che mille e due volte muovono le onde e vanno A riviere impensabili, ditemi è il pazzo melograno Che fa stridere le manovre nell'etere trasparente ? In alto in alto il grappolo azzurro che si accende a festeggiare Altero, pieno di pericolo, ditemi è il pazzo melograno Che con la sua luce spezza al centro del cosmo le diaboliche tempeste Che spiega per quanto è largo il croceo bavero del giorno Ricamato di canzoni sparse, ditemi è il pazzo melograno Che sveltamente scioglie i lacci delle seriche vesti del giorno ? Nelle sottovesti del primo aprile e nelle cicale di ferragosto Ditemi, colui che gioca, colui che s'infuria, colui che impazza Scrollando la minaccia dalle sue male ombre oscure Riversando nei seni del sole gli adorabili uccelli Ditemi, colui che protende le ali sul petto delle cose Sul petto dei nostri profondi sogni, è il pazzo melograno ? | |
Gian Piero Testa, Gian Piero Testa © 11.03.2008 |
Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info