The old clock | ||
Το παλιό ρολόι του μικρού σταθμού στάθηκε στην ώρα του αποχωρισμού. Είχε βασιλέψει και με φίλαγες κοίταζες τα τρένα και δε μίλαγες. Χάθηκες μέσα στ’ απόβραδο μέσα στη μπόρα, τον καπνό και τη νυχτιά. Κι έγινε το Σαββατόβραδο ένα λουλούδι πεταμένο στη φωτιά. Στο παλιό μας σπίτι κάθε δειλινό βγαίνω στο κατώφλι και σε καρτερώ Και περνούν τα τρένα και σφυρίζουνε μα τα χελιδόνια δε γυρίζουνε. Χάθηκες μέσα στ’ απόβραδο μέσα στη μπόρα, τον καπνό και τη νυχτιά. Κι έγινε το Σαββατόβραδο ένα λουλούδι πεταμένο στη φωτιά. | The old clock, in the small station stood still in the time of goodbye. The sun had set and you were kissing me Staring at the trains, not speaking a word. You were lost in the dead of night, in the rainfall, the smoke and the darkness. And what became of saturday night was a flower thrown in the fire. In our old house, at dusk I'm out at the door step, waiting for you And the trains are passing by, whistling but the are swallows are not coming back. You were lost in the dead of night, in the rainfall, the smoke and the darkness. And what became of saturday night was a flower thrown in the fire. | |
leucippe © 15.11.2008 |
Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info