Met de ramen dicht | ||
Τον στεναγμό μου πια δεν τον ακούς; Η νύχτα λες που αναστενάζει; Τα ρούχα σου ραντίζω μ’ αγιασμούς και λέω είναι μπόρα θα περάσει. Σαν καφενείο με κλειστά παράθυρα και σ’ ένα δρόμο ερημικό έγειρε τώρα η καρδιά σου. Και σαν τον πόλεμο τον ξαφνικό με τα σημάδια στο λαιμό ζεστή με πήραν απ’ την αγκαλιά σου. Από το σπίτι δεν περνά κανείς, ούτε οι φίλοι κι οι γειτόνοι. Η στέγη δε χαμήλωσε θαρρείς; Μα είναι η αγάπη που τελειώνει. Σαν καφενείο με κλειστά παράθυρα και σ’ ένα δρόμο ερημικό έγειρε τώρα η καρδιά σου. Και σαν τον πόλεμο τον ξαφνικό με τα σημάδια στο λαιμό ζεστή με πήραν απ’ την αγκαλιά σου. | Hoor je mijn zuchten al niet meer? De nacht, zeg, die kreunt? Je kleren zegen en besprenkel ik en ik zeg ’t is een bui die overwaait. Als een café met de ramen dicht en in een verlaten straat neigt je hart nu . En als de plotse oorlog met d’emblemen (sporen) namen ze me weg uit je warme omhelzing. Niemand komt ons huis nog binnen, noch vrienden noch buren. Was het dak ingestort, dacht je? Neen, ’t is de liefde die voorbij is. Als een café met de ramen dicht en in een verlaten straat neigt je hart nu . En als de plotse oorlog met d’emblemen (sporen) namen ze me weg uit je warme omhelzing. | |
renehaentjens © 01.12.2008 |
Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info