Kananen

Είχα μια μικρή κοτούλα
όμορφη, πουλάκι δούλα,
που έκανε πάντα τ’ αυγά της,
φρονιμά, μεσ’ τη φωλιά της.

Την ετάιζα κριθάρια,
καλαμπόκια, και σιτάρια.
Μέσ’ τα μάτια την κοιτούσα,
και τρελά την αγαπούσα.

Μα ένα φίνο κοκοράκι
έξυπνο και διαβολάκι
μιαν αυγή μεσ’ τη δροσούλα
μου ξεμυαλίζει τη κοτούλα

Κότα μου, μικρή μου κότα,
πού `ν τ’ αυγά που `κανες πρώτα
Ωχ αλλού κι αν κακαρίζεις,
πάλι σε μένα θα γυρίσεις.


Mulla oli pieni kananen
kaunis, lintunen ahkera,
joka munansa aina teki,
järkevästi, pesäänsä.

Ruokin sitä ohralla,
maissilla ja vehnällä.
Silmiin sitä katsoin,
ja hulluna sitä rakastin.

Mutta yksi hieno kukko
ovela ja pirulainen
erään aamun viileydessä
multa hullaannutti kanasen

Kana mun, pieni mun kana,
missä ovat munat jotka teit ennen
Oh muualla jos kotkotat,
taas luokseni palajat.

ΜάρκοςΤο, Markus Torssonen © 01.12.2008

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info