Un Sabato sera a Kessarianì (L. Papadopoulos)

Το απομεσήμερο έμοιαζε να στέκει
σαν αμάξι γέρικο στην ανηφοριά
κάθε απομεσήμερο στο παλιό μας στέκι
πίσω απ’ το μαγέρικο του Ντελη βοριά

Κι όλα μοιάζαν ουρανός και ψωμί σπιτίσιο
κι όλα μοιάζαν ουρανός και γλυκό γλυκό ψωμί

Γνώριζες τα βήματα ξέκρινα τους ήχους
και φωτιές ανάβαμε με σβηστή φωνή
τις βραδιές συνθήματα γράφαμε στους τοίχους
πέφταμε φωνάζοντας κάτω οι Γερμανοί

Κι όλα μοιάζαν ουρανός και ψωμί σπιτίσιο
κι όλα μοιάζαν ουρανός και πικρό πικρό ψωμί

Τάχα τι να ζήλεψαν στα χλωρά σου μάτια
που γιομαν τ’ απόβραδο γλύκα πρωινή
ήρθαν και βασίλεψαν τα βαθιά σου μάτια
κάποιο Σαββατόβραδο στην Καισαριανή

Κι όλα γίναν κεραυνός πελαγίσια αρμύρα
κι όλα γίναν κεραυνός και πικρό πικρό ψωμί


Il pomeriggio sembrava immobile
come un vecchio carretto lungo la salita
ogni pomeriggio nel nostro posto segreto
dietro la taverna di Deli-voriàs

Tutto sembrava cielo e pane casalingo
e tutto sembrava cielo e dolce dolce pane

Tu riconoscevi i passi io distinguevo le voci
e suscitavamo incendi parlando a bassa voce
di sera scrivevamo parole d'ordine sui muri
cadevamo gridando Abbasso i Tedeschi

E tutto sembrava cielo e pane casalingo
e tutto sembrava cielo e amaro amaro pane

Presto li insospettì qualcosa nei tuoi occhi chiari
che al crepuscolo si riempivano di dolcezza mattutina
arrivarono, e tramontarono i tuoi occhi profondi
un Sabato sera a Kessarianì

E tutto fu saette e salsedine marina
e tutto fu saette e amaro amaro pane

Gian Piero Testa, Gian Piero Testa © 07.12.2008

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info