Une contrariété | ||
Μια στενοχώρια που έχω απόψε, απ’ την καρδιά μου βγαίνει καπνός. Τα δάκρυά μου πώς να τα κόψω, σε σένα τρέχει ο λογισμός. Αχ, θα με φάει η στενοχώρια που ’μαστε χώρια, που ζούμε χώρια. Γιατί σε παίρνουν από κοντά μου και κομματιάζονται δύο καρδιές, και κάνουν λύπη κάθε χαρά μου χωρίς να φταίω, χωρίς να φταις; Αχ, θα με φάει η στενοχώρια που ’μαστε χώρια, που ζούμε χώρια. Πώς θα μπορέσω να συνηθίσω σ’ αυτή τη μαύρη τη μοναξιά; Πού θα ξανάβρω σ’ αυτό τον κόσμο σαν τη δική σου χρυσή καρδιά; Αχ, θα με φάει η στενοχώρια που ’μαστε χώρια, που ζούμε χώρια. | Une contrariété me pèse ce soir de la fumée sort de mon coeur. Comment cesser mes larmes mes pensées vont vers toi. Ah, la contrariété va me ronger nous sommes séparés nous vivons séparés. Pourquoi t'arrachent-ils à moi et déchirent-ils deux coeurs, chacune de mes joies devient chagrin sans que ni toi ni moi ne soyons coupables? Ah, la contrariété va me ronger nous sommes séparés nous vivons séparés. Comment pourrai-je m'habituer à cette noire solitude? Où trouver dans ce monde un coeur d'or comme le tien? Ah, la contrariété va me ronger nous sommes séparés nous vivons séparés. | |
stephellas, Stéphane © 09.12.2008 |
Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info