Oude straten | ||
Δρόμοι παλιοί που αγάπησα και μίσησα ατέλειωτα κάτω απ’ τους ίσκιους των σπιτιών να περπατώ νύχτες των γυρισμών αναπότρεπτες κι η πόλη νεκρή Την ασήμαντη παρουσία μου βρίσκω σε κάθε γωνιά κάμε να σ’ ανταμώσω κάποτε φάσμα χαμένο του πόθου μου κι εγώ Ξεχασμένος κι ατίθασος να περπατώ κρατώντας μια σπίθα τρεμόσβηστη στις υγρές μου παλάμες Και προχωρούσα μέσα στη νύχτα χωρίς να γνωρίζω κανένα κι ούτε κανένας κι ούτε κανένας με γνώριζε με γνώριζε | Oude straten die ik oneindig graag zag en haatte laat me in de schaduw van de huizen wandelen nachten van onafwendbare terugkeer en de dode stad Op elke hoek vind ik mijn onbetekenende aanwezigheid maak dat ook ik je ooit ontmoet verloren verschijnsel van mijn (geboorte)land Vergeten en ongetemd (rebels) moet ik wandelen een flikkerende vonk vasthoudend in mijn klamme handpalmen En in de nacht ging ik verder zonder iemand te (her)kennen en er was ook niemand die me kende | |
renehaentjens © 01.03.2009 |
Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info