Äkkiä

Πάνω που είχα πει,
πως θα σε ξεχάσω.
Πάνω που ήμουν έτοιμος,
να σε ξεγράψω.
Ήρθες για να πάρεις,
κάτι πράγματα σου.
Και μου ζήτησες να σκίσω,
όλα τα γράμματα σου.

Φάνηκες μπροστά μου έτσι ξαφνικά,
ήσουν όμορφη όπως πάντα.
Έκανα να σε αγκαλιάσω.
Και χαμήλωσες τα μάτια.
Κι ήρθαν στο μυαλό μου.
όλες οι στιγμές.
Πως μπορείς να τις ξεχάσεις.
Και η ειρωνεία είναι,
πως φοβόσουν μην με χάσεις.

Έχω κουραστεί να σε περιμένω.
Είναι πια ανώφελο να επιμένω.
Δε θα σου ζητήσω την γνώμη σου,
ν’ αλλάξεις.
Μα έξι χρόνια πως μπορείς
να τα ξεχάσεις.


Kun olin sanonut,
että sinut unohdan.
Kun olin valmis,
sinut jättämään.
Tulit hakemaan
joitain tavaroitasi.
Ja mua pyysit repimään
kaikki kirjeesi.

Ilmestyit eteeni äkkiä,
olit kaunis kuin aina.
Aioin sinua syleillä.
Ja painoit katseesi.
Ja tulivat mieleeni
kaikki hetket.
Kuinka voit unohtaa.
Ja ironiaa on,
että pelkäsit minut menettäväsi.

Olen väsynyt sinua odottamaan.
On hyödytöntä jatkaa.
En pyydä sinua mieltäsi
muuttamaan.
Mutta kuusi vuotta kuinka voit
ne unhoittaa.

ΜάρκοςΤο, Markus Torssonen © 17.03.2009

Εκτύπωση από: http://www.stixoi.info