Warning: session_start(): Cannot start session when headers already sent in /home/stixoi/public_html/core.php on line 23

Warning: Cannot modify header information - headers already sent by (output started at /home/stixoi/public_html/sec.php:2) in /home/stixoi/public_html/gr/Lyrics/index.php on line 364
stixoi.info: Παιδότοπος
 
Σύνδεση

Εγγραφή

Πλαίσιο χρήσης
130447 Τραγούδια, 269375 Ποιήματα, 28913 Μεταφράσεις, 26571 Αφιερώσεις
 

Παιδότοπος      
 
Στίχοι:  
Γιάννης Μπιλίρης
Μουσική:  
Mono Jr.


Τι να πρωτοθυμηθώ..

Τα χρόνια περνάνε, μα κάποια πράγματα απλά θα μείνουν τα ίδια όπως τα ζήσαμε παιδιά. Στα πόδια πατίνια, φτερά στα μυαλά, νομίζω σε είδα σε μια στροφή στο πουθενά.

Στο πουθενά βίρα τις άγκυρες και φόρτσα τα πανιά, πες μου πως έχεις ζωντανό μέσα σου τον πιτσιρικά άστον να βγει ό,τι γνωρίζει θα σου πει θα σου θυμίσει πια έιν’ του χρόνου η καλύτερη εποχή.
Στο πουθενά σε μια στροφή δεν υπολόγισα καλά την πήρα κάπως ανοιχτή και σακατεύτηκα ξανά μετράω τα μπάνια, μετράω τα παγωτά και με νερόμπομπες στην πέφτω αν πεις πως έχεις πιο πολλά. Είναι όλα αυτά που ερωτεύτηκα τρελλά κι άμα καθίσω να στα πω δε θα φανούνε λογικά. Είναι όλα αυτά.. Τι να πρωτοθυμηθώ; Καβαλάνε οι αναμνήσεις η μια την άλλη αδερφέ και ξεχαστήκαμε για πάντα στη χώρα του ποτέ, περνά η μέλισσα περνά με τα κλεφτόπουλα και γω, παίρνω το μέρος των μικρών έτσι χωρίς αμπεμπαμπλομ. Μετράω τις μέρες και γλεντάω όσο φαίνονται πολλές μα πάντα γρήγορα τελειώνουνε δικέ μου τι τα θες, υπερβολές των μεγάλων οι εμμονές θέλω τα πάντα να χορτάσω να προσέχω μη μου λες. Λυτρωτικό όταν κλείνει το σχολειό κι όλες τις ώρες τις μέρας ξέρω που θα σε βρω, παίζω κρυφτό μ’ ένα κορίτσι γλυκό, 5-10-15 και χαμούρεμα τρελό. Οι τσουλήθρες γυρνάνε, μονόζυγα περπατάνε, τραμπάλες που ανεβοκατέβηκαν τα χρόνια μετράνε, γερνάνε, τα δέντρα που σκαρφάλωνα παιδί με τα κλαδιά τους ταλαντεύομαι στου ανέμου τη γιορτή. Μπάλες και σκοινάκια, σκηνικό χαοτικό, μια ζωγραφιά στην άσφαλτο η πίστα για το κουτσό, παίζω μήλα κι εξασκούμε για συγκρούσεις αυριανές κι αυτό του φτού ξελεφθερία που δε χορταίνεις να το λες.

Ξεκινά.. κι έχουνε πλάκα των ανθρώπων οι τρέλλες, άλλοι δεν παύουν το ταξίδι κι άλλοι λιώνουν στις ξέρες, άλλοι βολεύονται με 5 μέρες απ’ τ’ αφεντικό κι άλλοι δε λένε να χορτάσουν τον έναστρο ουρανό. Κάπου εκεί είμαι κι εγώ τι ωραία που με συναντώ, κάπου ανάμεσα σε γη, θάλασσα κι ουρανό σε μια αιώρα σε ένα στρώμα φουσκωτό, να επιπλέω στις σκέψεις, να επιπλέω στο νερό. Από παιδί μικρό αυτές τις μέρες αγαπώ, να παίζω ξέγνοιαστος, να τραγουδώ και να μοιράζομαι με όσους θέλουνε να μοιραστώ, να έχω φίλους σκύλους το μπόγια μόνιμο εχθρό. Μ’ ένα ποδήλατο φθηνό, σε κατηφόρα τρελή, τώρα που η άσφαλτος κοχλάζει λάβα ηφαιστειακή κι εγώ σερφάρω με ύφος γητευτή σε μια μητρόπολη που αγαπιόμαστε από μικροί. Τα χούλα χουπς να γυρνάνε, τα μυαλά φτερακάνε, γυρνάω στον ήλιο με τα μάτια κλειστά κι όλα φεγγοβολάνε αεροπλάνα φεύγουν και πάνε, τα όνειρα μας κουβαλάνε. Παίρνω φόρα κ’ πηδώ στο κενό, θέλω κοράλλια στο βυθό να μαζέψω, παίρνω ανάσα βαθιά για να δω, πόσο θ’ αντέξω. Παίρνω φόρα κ’ πηδώ στο κενό, πέφτω χτυπώ καινούριο γύψο φοράω, έλα κι εσύ ζωγράφισε μου μια ευχή.. φοινικόδεντρο και ήλιος μαρκαδόρου μερακλή. Γυρνοβολάμε όλη μέρα δίχως λόγο κι αφορμή κι όπως γυρνάει τούτη η σφαίρα να κολλούσε πάντα εκεί, να τρελαινόταν το σύμπαν, να τρελαθούν οι εποχές, να πάψουμε τις ομορφιές μας να τις λέμε διακοπές. Ένα φράγκο η βιολέτα, δίχως φράγκα είμαστε εμείς κι είπα πως όταν μεγαλώσω θα γίνω πειρατής, μ’ ένα τεράστιο καράβι τις θάλασσες να γυρνώ, ερωτευμένος με τον ήλιο και τον ωκεανό. Ένα φράγκο η βιολέτα, δίχως φράγκα είμαστε εμείς κι είπα πως όταν μεγαλώσω θα γίνω ποιητής έτσι γεννιέται η μουσική μου, η γη μου, το ριζικό κι άμα χωθεί σε μαγαζί το κάνει καλοκαιρινό.

Μια ακόμη δόση λιακάδα κι ανεμελιά, βατραχοπέδιλα που μίκραιναν χρονιά με τη χρονιά δεν είχαμε κινητά τα λέγαμε από κοντά, δεν είχαμε ίντερνετ μα ξέραμε τα λίγα και καλά. Τι να τα κάνω όλα αυτά παίρνω τους δρόμους απλά, είναι όλοι έξω έχω γνωστούς σε κάθε γειτονιά είναι σα φιέστα που ποτέ δε σταματά, εκτείνεται σ’ όλα τα πλάτη και τα μήκη του ντουνιά. Γι’ αυτό μας βλέπεις και λες «περίεργες καταβολές», σαν καβαλάμε μηχανές αρχίζουμε τις καγκουριές, σε δρόμους και πλατείες και σ’ όμορφες παραλίες, με σανίδες που επιπλέουν σε ρευστές ισορροπίες. Είναι αμαρτίες, που οι καθωσπρέπει τις ξορκίζουν μα αν τις νιώσουνε για λίγο το μυαλό τους βασανίζουν φτερουγίζουν σε απρόσιτες γωνιές, με νεροπίστολα ξεβγάζω των ονείρων τις σκουριές. Είναι γιορτή κι είναι όλα όμορφα εδώ κι εσύ που βάζεις ταμπέλες θα με πεις ρομαντικό, είναι γιορτή που δεν τη γεύονται πολλοί κι ας την προσφέρει η φύση απλόχερα στο κάθε της παιδί είναι πολλοί που έχουν αυτοκλειδωθεί μες τη μιζέρια που τους τρέφει και τους τρώει την ψυχή. Είναι πολλοί που με κοιτάνε σα χαζοί να φτιάχνω κάστρα στην άμμο για το κύμα που θα’ ρθει, πως να του πω ευχαριστώ για όσα ζήσαμε μαζί;




 Στατιστικά στοιχεία 
       Δημοφιλία: -
      Αναγνώσεις: 311
      Σχόλια: 0
      Αφιερώσεις: 0
 
   

 Επιλογές 
 
Κοινή χρήση facebook
Στα αγαπημένα
Αφιέρωσέ το κάπου
Νέα μετάφραση
Εκτυπώσιμη μορφή
Αποστολή με email
Διόρθωση-Συμπλήρωση
 
   
 
   Τζόνι Μπι @ 18-06-2021


Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο