Warning: session_start(): Cannot start session when headers already sent in /home/stixoi/public_html/core.php on line 23

Warning: Cannot modify header information - headers already sent by (output started at /home/stixoi/public_html/sec.php:2) in /home/stixoi/public_html/gr/Lyrics/index.php on line 364
stixoi.info: Το ματσιφτάρι
 
Σύνδεση

Εγγραφή

Πλαίσιο χρήσης
129934 Τραγούδια, 269263 Ποιήματα, 28913 Μεταφράσεις, 26571 Αφιερώσεις
 

Το ματσιφτάρι      
 
Στίχοι:  
Θανάσης Παπακωνσταντίνου
Μουσική:  
Θανάσης Παπακωνσταντίνου


Όσα σπυριά `χει ο πλαλτός
όπου χωράει στη γκούμπζα
τόσο στο μάτσεμα εύκολος
πέρασα δεν ακούμπ’ σα.

Πισπίλη είχα δύστροπο
που πάθαινε λουμπάγκο
γιατί συνέχεια μάνευα
γαβρί και νταλαμάγκο.

Όμως μια γκρέντζω πονιτ’ κή
που τσιούλ’ τσε τι τραβούσα
ξεχώθ’ κε έναν καλόγερο
στο κούφιο π’ αγρυπνούσα.

«Λαγέ μ’ να πεις στη μάνα σου
ν’ ανάψει μια τζιαμάλω
να φτιάξει μια μελαχρινή
ζιούμπενα δίχως άλλο

Μόνος να τη φχαριστηθείς
μόνος να τη μανέψεις
κι τ’ άλλο γιόκα μ’ το πρωί
σίγουρα θα ματσέψεις».

Κι όπως τα είπε γένηκαν
κι αφού `γινα μουσκίδι
το βγαλα ένα μονάχο του
βαρύ σαν το μολύβι.

Απ’ της χαράς τα κλάματα
με πήρανε κι οι γκντάμες
σαν το `μαθε κι ο κούρκουλας
βαράει τις καμπάνες.

Λέφτερος πια ήμουν κι έμορφος
κι γρήγορα την πάτ’ σα
γνώρισα και παντρεύτηκα
μι’ αγκίδα που `χε τσιάτσια.

Ευθύς μετά τα στέφανα
και βάλτσαμε ντισέρι
κι πήγαμε όπως όλοι σας
ταξίδι σ’ άλλα μέρη.

Σ’ έν’ απ’ αυτά είχε θάλασσα
κι μι ήρθε να βουτήξω
με το συντρόφι ρίχνομαι
τον πάτο για ν’ αγγίξω.

Γυαλίζω τσ’ άλλους και κουνώ
διγκράνια κι αγωγιάτες
μα ξάφνου νιώθω έν’ άγγιγμα
πίσω κει δα στις πλάτες.

Μία φωνούλα με καλεί
«Αφέντη μ’ , παλληκάρι μ’ »
γυρνώ και βλέπω `λόιρα
κλώθει το ματσιφτάρι μ’ .




 Στατιστικά στοιχεία 
       Δημοφιλία: -
      Αναγνώσεις: 10819
      Σχόλια: 8
      Αφιερώσεις: 0
 
   

 Επιλογές 
 
Κοινή χρήση facebook
Στα αγαπημένα
Αφιέρωσέ το κάπου
Νέα μετάφραση
Εκτυπώσιμη μορφή
Αποστολή με email
Διόρθωση-Συμπλήρωση
 
   
 
   MAKHS KAURISMAKHS @ 30-01-2006
   geordim
02-09-2016 02:04
Μια προσπάθεια έμμετρης μετεγγραφής

ΤΟ ΣΚΑΤΟ

Όσο εύκολο το μέτρημα
του τραχανά στο πιάτο
Τόσο κι εγώ το χέσιμο
το ‘χα πανάθεμά το

Ο κώλος μου είχε πάντοτε
προβλήματα μεγάλα
Αφού έτρωγα ανελλιπώς
μόνο τυρί και γάλα

Μα μια γριά πονόψυχη
που είδε τι τραβούσα
Ρίχτηκε μες στο σπίτι μου
την ώρα που αγρυπνούσα

Παιδί μου, πες στη μάνα σου
το φούρνο της ν’ ανάψει
Και δυο λαχανόπιτες
το στόμα σου να χάψει

Μόνος να τις φχαριστηθείς,
απάνω τους σαν πέσεις
Και τα’ άλλο, γιε μου, το πρωί
σίγουρα θε να χέσεις

Κι όπως το είπε έγινε –
στον ίδρωτα μουσκίδι
Μπόρεσα κι έβγαλα σκατό
ίδιο μ’ ένα βαρίδι

Κι απ’ τη χαρά μου τρέχανε
μύξες και δάκρυα αντάμα
Κι ο παπάς χαρμόσυνα
χτυπούσε τη καμπάνα

Σαν τον αϊτό φτερούγιζα,
μα η βροχή καθόρι
Βρήκα κι αρραβωνιάστηκα
κάποια πλουσιοκόρη

Νιόπαντροι, κι ανεβήκαμε
σε γάιδαρο καβάλα
Για ένα ταξίδι μέλιτος
μακριά σε μέρη άλλα

Σε κάποιο που ‘χε θάλασσα
θέλησα να βουτήξω
Και ρίχτηκα με το βρακί
τον πάτο της ν’ αγγίξω

Καθώς κι οι άλλοι κούναγα
και χέρια και ποδάρια
Μα ξάφνου κάποιος μ’ ακουμπάει
με νόημα στα πλατάρια

Αφέντη μου να σε χαρώ,
για ιδέ το προσωπό μου
Γυρνώ και βλέπω ολόγυρα
να κλώθει το σκατό μου
   Μιρικόγκος
27-11-2012 11:09
::778.::
   balistreri
02-09-2011 17:32
καβάλ'σαμε ντισέρι
   pegi zina
06-05-2009 05:57
εργάτες απο κοζάνη κ γιάννενα την χρησιμοποιούσαν για να μην τους καταλ'αβουν τα "αφεντικα"(κακή τους ώρα)
   χρηστος καραμανος
20-02-2009 08:27
Όσα σπυριά 'χει ο πλαλτός
όπου χωράει στη γκούμπζα
τόσο στο μάτσεμα εύκολος
πέρασα δεν ακούμπ' σα.

::theos.:: ::theos.:: ::theos.::
   ftx
01-01-2008 04:32
ρε τι μαθαίνει κανείς...
   ZEFYROS007
29-09-2006 15:47
Σημείωση: Οι περισσότερες λέξεις είναι παρμένες από την μαστόρικη διάλεκτο ή τα κοδαρίτικα. Στην οικογένεια του την γνωρίζουν αρκετά επειδή ένα προπάππος του ήταν μάστορας. Παρακατω πιθανές άγνωστες λέξεις με την ερμηνεία τους.


πλαλτός = τραχανάς
γκούμπζα = γαβάθα
μάτσεμα = χέσιμο (από το ματσεύω = χέζω)
πισπιλής = κώλος
γαβρί = τυρί
νταλαμάγκο = γάλα
γκρέτσω = γριά
πονιτ'κή = πονετική
τσιούλτσε = κατάλαβε (από το τσιουλίζω = καταλαβαίνω)
ξεχωθ΄κε = ήρθε (από το ξεχώνομαι = έρχομαι)
καλόγηρος = νύχτα
κούφιο = σπίτι
λαγός = αγόρι
τζιαμάλω = φωτιά
ζιούμπενα = πίτα μελαχρινή
ζιούμπενα = λαχανόπιτα
μανεύω = τρώω
γκντάμες = μύξες
κούρκουλας = παπάς
αγκίδα = νεαρά ύπαρξη
τσιάτσια = λεφτά
ντισέρι = γαϊδούρι
συντρόφι = βρακί
γυαλίζω = βλέπω, παρατηρώ
διγκράνια = χέρια
αγωγιάτες = πόδια
΄λόιρα = ολόγυρα
ματσιφτάρι = σκατό
   MAKHS KAURISMAKHS
30-01-2006
Ενδεικτικα: ματσιφτάρι: το περίττωμα, ματσεύω: αφοδεύω, μανεύω: τρώω (η λεγόμενη μαστόρικη διάλεκτος)


Πρέπει να συνδεθείς για να μπορείς να καταχωρίσεις σχόλιο